Παρασκευή 13 Απριλίου 2012

Για τo Tρικεφάλι της Μάνης [Στη μνήμη των τριών από τους Οθωμανούς αποκεφαλισθέντων πρέσβεων]

           ΄Οποιος διαβεί το διάσελο από όπου διέρχεται ο χωματόδρομος που ενώνει τα χωριά Δροσοπηγή [Τσεροβά] και Χειμάρρα, στο πιο ψηλό σχεδόν σημείο της διαδρομής, θα ιδεί δίπλα στον δρόμο τρεις μεγάλους σωρούς από πέτρες. Ας μην απορήσει. Είναι παλιό μνημείο προς τιμή των τριών υπέργηρων πρέσβεων [δύο παπάδων και ενός λαϊκού από τη Τσίμοβα] των οποίων τα κεφάλια έκοψε και αφού κάρφωσε σε πασσάλους έμπηξε εκεί ο Οθωμανός διοικητής Χατζή Οσμάν το 1770 για να φοβίσει τους Μανιάτες όταν επιχείρησε να καταλάβει τον τόπο τους. Μνημείο λιτό που έγινε τότε, το 1770, λίγες μέρες μετά τη μάχη που ακολούθησε και ήταν νικηφόρα για τους Μανιάτες. [Περισσότερα για το γεγονός  βλ. Δημ. Αλεξανδράκου, Ιστορία της Μάνης σελ. 31, Απ. Δασκαλάκη, Η Μάνη και η Οθωμανική αυτοκρατορία, 1453-1821, σελ.182 αλλά και πληθώρα αναρτήσεων στο διαδίκτυο].
            Εξαιτίας εκείνου του μαρτυρικού θανάτου η τοποθεσία ονομάσθηκε Τρικεφάλι [τρία κεφάλια] και οι σωροί από τις πέτρες που διασώζονται από τότε είναι αψευδείς και σιωπηλοί μάρτυρες για να θυμίζουν στους περαστικούς τη θυσία των τριών πρέσβεων και το ανεκπλήρωτο ως τώρα χρέος τιμής και μνήμης προς αυτούς.
           [Μικρός σαν ήμουν, ίσως και να μην είχα πάει στο δημοτικό, είχα ακούσει την ιστορία των τριών αποκεφαλισθέντων, ένα καλοκαιρινό βράδυ, στη ρούγα της γειτονιάς μου, στον Βαχό, από ένα γέρο συγχωριανό μου αλλά θεώρησα τα όσα μου είπε σαν παραμύθι που είχε γίνει θρύλος. Όμως σχεδόν ως τα μέσα της  μαθητείας μου, στο γυμνάσιο Αρεοπόλεως, κάθε χρόνο, τη Μεγάλη Εβδομάδα και ιδιαίτερα τη Μεγάλη Παρασκευή που χτύπαγε η καμπάνα λυπητερά [και σήμερα που γίνεται η ανάρτηση του παρόντος είναι Μεγάλη Παρασκευή του 2012] μου φαινόταν ότι ανατολικά του χωριού μου Βαχός, ανάμεσα Τσεροβάς και Χειμάρρας, πάνω από το Τρικεφάλι, ορθώνονταν ψηλά στον ουρανό τρεις γιγάντιες μορφές ηλικιωμένων, με τα μεγάλα μαλλιά και τις γενειάδες τους να ανεμίζουν στον αέρα, που με κοιτούσαν επίμονα σαν να μου υπενθύμιζαν τη θυσία τους. Αρκετά χρόνια αργότερα που μελέτησα την ιστορία της Μάνης διαπίστωσα το  πραγματικό του αποκεφαλισμού των τριών πρέσβεων και επιδόθηκα σε σειρά αιτημάτων προς τους αρμόδιους για την απόδοση του χρέους προς εκείνους τους μάρτυρες χωρίς ωστόσο να βρω κάποια ανταπόκριση. [Ίδια είναι η στάση των αρμοδίων και για τη Παλιά Καρυούπολη, που είναι ο μικρός Μυστράς της Μάνης, και ό,τι έχει γίνει σε αυτή το έκαναν ιδιώτες και η νέα διοίκηση του συλλόγου της Τσεροβάς].         
           Αυτό το χρέος, 242 χρόνια μετά, είναι καιρός πλέον να εκπληρωθεί και οφείλουν να ενεργοποιηθούν ο δήμος  Ανατολικής Μάνης [στη περιφέρεια του οποίου βρίσκεται το Τρικεφάλι], η Μητρόπολη Μάνης [λόγω των δύο μαρτύρων-παπάδων], τα τοπικά συμβούλια, οι σύλλογοι και τα εκκλησιαστικά συμβούλια Δροσοπηγής και Χειμάρρας, η ένωση των απανταχού Μανιατών, ο σύλλογος Αρεοπολιτών [επειδή οι αποκεφαλισθέντες ήσαν Τσιμοβιώτες], οι σύλλογοι των γειτονικών χωριών και οι εύποροι Μανιάτες ως χορηγοί.
           Πρώτη και αναγκαία ενέργεια η ασφαλτόστρωση του δύσβατου χωματόδρομου από Δροσοπηγή ως Χειμάρρα [κάπου 3 χιλιόμετρα] για να ακολουθήσει ήπια δενδροφύτευση με πικροδάφνες ή τσερατσιές στο Τρικεφάλι και, αν θεωρηθεί σκόπιμο, να κατασκευασθεί   λιτό μνημείο με ενημερωτική πινακίδα. [Σε κάθε όμως περίπτωση να παραμείνουν ως μνημείο και οι τρεις σωροί από τις πέτρες. Αυτοί οι σωροί θα μπορούσαν να συνεχίσουν να αποτελούν και το μόνο, απέριττο, ‘’φυσικό’’ και ανυπέρβλητο μνημείο των τριών γερόντων χωρίς καμία άλλη τεχνητή προσθήκη, δηλαδή χωρίς την ανέγερση ανδριάντων κλπ].
           Και κάθε χρόνο, τον Μάιο, να γίνεται εκεί μία τελετή σε εκδήλωση μνήμης και τιμής.
           Αν τυχόν σιωπήσουν οι αρμόδιοι, όπως ως τώρα έχουν κάνει, προτείνω ο σύλλογος της Τσεροβάς να διοργανώσει εφέτος, τέλος Μαΐου, και αν δεν μπορεί  εφέτος να κάνει του χρόνου  μία τελετή εκεί πάνω στο Τρικεφάλι και να καλέσει πιεστικά τους πάντες από ‘’πάσα αρχή και εξουσία’’ να προσέλθουν από τον κακοτράχαλο δρόμο, να ιδούν τον χώρο, να αντιληφθούν τη θυσία των τριών πρέσβεων και να πιεσθούν  να πράξουν το χρέος τους.
                                                                     Σταύρος Πατρικουνάκος


Τετάρτη 11 Απριλίου 2012

Γλυφάδα. Τα Δικηγορικά, ο Βόσπορος, η Νέα Ευρυάλη.

   Δικηγορικά. Η ειδυλλιακή παραλία και το δάσος της Γλυφάδας, από παλιά, εκτός από ψαράδες και κυνηγούς προσείλκυε και Αθηναίους παραθεριστές που έστηναν σκηνές εκεί για τις θερινές διακοπές τους. 
   Συγκίνησε όμως και τον Κωνσταντίνο Καραπάνο που αγόρασε [1894,1899] ‘’το κτήμα της Γλυφάδας’’ με σκοπό να το οικοπεδοποιήσει και πωλήσει ‘’επί κέρδει’’.
   Επειδή όμως ο γιός του Πύρρος που τον κληρονόμησε [1914] δε πήρε την αναγκαία άδεια, πώλησε [1920], εξ αδιαιρέτου, το μισό του κτήματος στους Βάο, Γιαρμενίτη, Ζαμάνο και Ζέπο και όλοι μαζί  απετέλεσαν τη καλούμενη συνιδιοκτησία της Γλυφάδας η οποία και πέτυχε τη [πρώτη] ένταξη [1922] στο σχέδιο μίας μικρής περιοχής ‘’… εις θέσιν Γλυφάδα υπό την επωνυμίαν Συνοικισμός Ευρυάλη…’’.
  Μετά από αυτήν ακολούθησαν και άλλες εντάξεις. [Για τα πρώτα βήματα της Γλυφάδας βλ. Ελ. Γιαννοπούλου-Κουσουλάκη, Ιστορικό παρελθόν και μνημεία, Θ. Δρίκου, Γλυφάδα και Ι. Σαρρή, εγκυκλοπαίδεια Ήλιος, λήμμα Γλυφάδα ενώ σύντομες μονογραφίες [κυρίως της Κ. Καζά-Ππαγεωργίου ] έχουν δημοσιευθεί κατά καιρούς στο περιοδικό Γλυφάδα  και τελευταία εκδόθηκε συλλογική δουλειά καθηγητών κα μαθητών του 1ου λυκείου Γλυφάδας].
  Η συνιδιοκτησία ήθελε στο κτήμα της να δημιουργήσει έναν εξαίσιο θερινό οικισμό, ένα ωραίο, περίβλεπτο προάστιο υψηλών προδιαγραφών, μία σύγχρονη λουτρόπολη, για τους εύπορους Αθηναίους, που έπρεπε να έχει ένα ευκλεές αρχαιοελληνικό όνομα και ως τέτοιο επιλέχθηκε το τοπωνύμιο Ευρυάλη για να εξοβελίσει το λαϊκό Γλυφάδα [από το υφάλμυρο νερό των πηγαδιών της] και έτσι απευθύνθηκε σε πλούσιους αστούς, επιστημονικά σωματεία και συλλόγους, γιατρών, δικηγόρων για να αγοράσουν οικόπεδα και να οικοδομήσουν στη περιοχή.
  Οι δικηγόροι, επιστήμονες με υψηλό κύρος και οικονομική άνεση κατά την εποχή εκείνη, εκδήλωσαν ενδιαφέρον παρακινηθέντες προφανώς από τον συνάδελφό τους Ιωάννη Ζέπο, μέλος της συνιδιοκτησίας, ενώ ενδιαφέρον δεν έδειξαν οι γιατροί αν και ο Βάος ήταν γιατρός.
  ΄Ετσι οι δικηγόροι συνέστησαν Οικοδομικό και προμηθευτικό συνεταιρισμό με την επωνυμία Θέμις [θεά της δικαιοσύνης] για την αγορά  οικοπέδων και οικοδόμηση επί αυτών οικιών στη ΒΔ πλευρά του κτήματος, δίπλα στη παραλία και το ρέμα, όριο με Ελληνικό, και αγόρασαν οικόπεδα εντός σχεδίου [1922-1925] στα οποία και οικοδόμησαν [1925-1931], με τη Θέμιδα, περί τις 120 κατοικίες, τις οποίες και παρέλαβαν [1928-1932] ως μέλη της. Αυτές οι οικίες, έξοχα αρχιτεκτονικά δημιουργήματα νεοκλασσικού τύπου, θερινές επαύλεις με μεγάλους κήπους και πλούσιο πράσινο απετέλεσαν τον οικισμό των δικηγόρων [Δικηγορικά] και σε αυτές όπως και στα κοσμοπολίτικα μικτά [άνδρες και γυναίκες για πρώτη φορά μαζί] λουτρά της πλαζ των Αστεριών που διέθεταν  εγκαταστάσεις για φαγητό, κινηματογράφο, χορό κλπ οφείλεται η αίγλη και η ανάπτυξη  της Γλυφάδας [και η πανελλήνια φήμη της] η οποία έγινε ‘’όνειρο πάσης αβράς λουτροφίλου Ατθίδος κάθε κομψευομένης που ήθελε να κάνει την επίδειξίν της’’.
  Αλλά στις δικηγορικές επαύλεις οι δικηγόροι και οι άλλοι εύποροι Αθηναίοι [βιομήχανοι εφοπλιστές κλπ που αγόρασαν εκεί οικίες] δεν διέμεναν όλο τον χρόνο αλλά μόνον κατά τις διακοπές.
  Στη κατοχή οπότε εκτός από το δάσος της Γλυφάδας που εξαιτίας της υλοτομίας υπέστη μεγάλη καταστροφή, οι κατοικίες χρησιμοποιήθηκαν από τους Γερμανούς και στην απελευθέρωση από τους Άγγλους.
  Όμως επειδή το αεροδρόμιο του Ελληνικού ήταν ιδιαίτερης στρατιωτικής αξίας σημείο, βομβαρδίστηκε από Γερμανούς και ΄Αγγλους και αρκετές κατοικίες των [γύρω περιοχών, Ελληνικού, Βοσπόρου και] Δικηγορικών υπέστησαν σημαντικές καταστροφές που  μετά την απελευθέρωση αναγκάστηκαν οι ιδιοκτήτες τους να αποκαταστήσουν.
   Αρκετά χρόνια μετά και καθώς η αστυφιλία προς το κλεινόν άστυ φούντωνε μερικοί ιδιοκτήτες οικιών στα Δικηγορικά θα αποφάσιζαν να εγκατασταθούν μόνιμα εκεί ενώ θα ξεφύτρωναν και μερικές πολυκατοικίες καθώς και ξενοδοχεία για τις ανάγκες κυρίως του αεροδρομίου που ολοένα και επεκτεινόταν για να αφανίσει με απαλλοτριώσεις  τελικώς τον Βόσπορο και ένα μέρος στην ανατολική πλευρά των Δικηγορικών.
  Σήμερα όποιος πεζοπορεί στην οδό Ροντήρη των Δικηγορικών θα θαυμάσει αρκετές παλιές κατοικίες, τις παλαιότερες  που διασώζονται στη Γλυφάδα και παραπέμπουν στα πρώτα βήματα της νεότερης ιστορίας της, με τις φτερωτές των πηγαδιών και τα νεοκλασσικά, παλιά τους κτίρια,  που θυμίζουν τις ωραίες εποχές των Δικηγορικών της Γλυφάδας.
                            
Βόσπορος. Μετά τη Μικρασιατική καταστροφή μερικοί πρόσφυγες ήρθαν στη Γλυφάδα και κοντά στη παραλία, στην άκρη του δάσους, εκεί που είναι σήμερα η οδός Φαίδρας, έστησαν τις παράγκες τους για μία νέα ζωή στη πρωτεύουσα της μητέρας πατρίδας.
    Η παρουσία τους όμως και κυρίως η εικόνα τους με τις παράγκες, δίπλα στη παραλία όπου οι εύποροι Αθηναίοι παραθεριστές αναζητούσαν δροσιά και ηρεμία το θέρος, αμαύρωνε την εικόνα της Γλυφάδας την οποία οι συνιδιοκτήτες προόριζαν για ένα  ωραίο θέρετρο πλουσίων.
  ΄Ετσι και ύστερα από πιέσεις των προσφύγων αλλά κυρίως των βενιζελογενών κυβερνήσεων και συνάμα για να πετύχουν οι συνιδιοκτήτες ένταξη στο σχέδιο μεγάλων εκτάσεων του κτήματός τους όπως εξαρχής επεδίωκαν και να αποφύγουν εκτεταμένες απαλλοτριώσεις και επιτάξεις χάριν των προσφύγων δώρισαν  σε αυτούς [1930-38] περί τα 80 οικόπεδα μικρής έκτασης ‘’εις τας γαίας’’, σε περιοχή εντός σχεδίου, πίσω από τα Δικηγορικά. Εκεί οι ξεριζωμένοι από την Ανατολή πρόσφυγες έφτιαξαν τα σπίτια τους και δημιουργήθηκε άλλο ένα χωριό στην Αττική γη όπως και τόσα άλλα προσφύγων [Σούρμενα, Αργυρούπολη, Ηλιούπολη, Βύρωνας, Καλλιθέα κλπ].
  Το όνομα Βόσπορος που επέλεξαν οι ίδιοι οι πρόσφυγες παραπέμπει στο στενό της Πόλης το οποίο χωρίζει την Ευρώπη από την Ασία.
Κατά τον πόλεμο βομβαρδίστηκε το αεροδρόμιο του Ελληνικού από τους Γερμανούς και στη κατοχή από τους Άγγλους, τα σπίτια των γύρω από αυτό οικισμών καταστράφηκαν ή υπέστησαν σημαντικές ζημίες και οι κάτοικοι αναγκάστηκαν να τα εγκαταλείψουν. Μετά την απελευθέρωση οι Βοσποριώτες γύρισαν στο χωριό τους και ξανάφτιαξαν τα σπίτια τους.
    Στο διάστημα 1960-72 και προκειμένου επεκταθεί το αεροδρόμιο Ελληνικού τα σπίτια του Βοσπόρου και μία λωρίδα των Δικηγορικών [όπως ενωρίτερα και του Ελληνικού] απαλλοτριώθηκαν, η περιοχή ισοπεδώθηκε και οι κάτοικοι διασκορπίστηκαν και πάλι στις γειτονικές περιοχές.
   Ο Βόσπορος βρισκόταν στο νότιο τμήμα του παλιού αεροδρομίου Ελληνικού, στη περιοχή της Γλυφάδας, ανάμεσα στα Δικηγορικά και τη σημερινή Νέα Ευρυάλη, μπροστά από την εκκλησία του Αγίου Παντελεήμονα και εκτεινόταν ως το ρέμα, όριο με Ελληνικό.

Νέα Ευρυάλη.   Από τους συνιδιοκτήτες [Καραπάνο, Βάο, Γιαρμενίτη, Ζαμάνο και Ζέπο] του κτήματος της Γλυφάδας η εταιρεία ‘’Π. Λεούσης και Σία Ο. Ε.’’ αγόρασε το 1938  μία έκταση 586,5 στρεμμάτων ‘’ …με σκοπόν όπως διαχωρίση εις μικρότερα [οικόπεδα] και μεταπωλήση … επί κέρδει…’’. Η έκταση που ήταν δασώδης και έβοσκαν σε αυτή πρόβατα συνόρευε ανατολικά με τη σημερινή οδό Μιαούλη, μεσημβρινώς με σημερινές οδούς Κανδρή και Περγάμου, δυτικοαρκτικώς με ρέμα και αρκτικώς με την οδό Βουλιαγμένης.
 Στη κατοχή η περιοχή υπέστη μεγάλης έκτασης υλοτόμηση για τις ανάγκες των κατοίκων της Αθήνας και ουσιαστικά απογυμνώθηκε ενώ πριν είχαν αφαιρεθεί μεγάλες ποσότητες χώματος για να επιχωματωθούν οι κήποι των Δικηγορικών, του Βοσπόρου και του Ελληνικού.
 Τα πρώτα αυθαίρετα σπίτια άρχισαν να ξεφυτρώνουν στη περιοχή στα μέσα της δεκαετίας του 1950 από επαρχιώτες μετανάστες που αγόρασαν οικόπεδα.
 Το 1965 εντάχθηκε στο σχέδιο πόλης ένα μέρος της περιοχής από τη λεωφόρο Βουλιαγμένης ως την οδό Ρεθύμνου και λίγο αργότερα κτίσθηκαν και κάποιες πολυκατοικίες οπότε λίγο αργότερα εκεί που η οδός  Ελευθερίου Βενιζέλου [πρώην Ισμήνης] συναντά την Ηλείας  λειτούργησε και μία μικρή αγορά  για τις ανάγκες των κατοίκων.
 Το υπόλοιπο μέρος από την οδό Αϊδινίου ως τη Περγάμου εντάχθηκε στο σχέδιο το 1980. Το 1992  κατασκευάσθηκε μία μικρή παιδική χαρά στην αλάνα της οδού Ελευθερίου Βενιζέλου και Αϊδινίου που είχε προγραμματισθεί να γίνει πλατεία, τελευταία [Αύγουστος 2011ως Απρίλιο 2012]   διαμορφώθηκε ολοκληρωτικά σε οικολογικό πάρκο με χορηγία της οικογένειας Ιωάννη Μαρτίνου και παραδόθηκε στους κατοίκους στις 6 Απριλίου 2012.
 Το 2001 λειτούργησε το 2ο δημοτικό σχολείο, το 2002  γραφείο του ΟΚΑΝΑ, το 2003 νηπιαγωγείο στον χώρο του γυμνασίου και το 2004 το 8ο γυμνάσιο.
 Το όνομα Ευρυάλη αφορούσε [και αφορά] όλη τη Γλυφάδα, παραπέμπει στο αρχαιοελληνικό πάνθεο [Ευρύαλος Απόλλωνας, Ευρύαλος αθλητής, αργοναύτης κλπ, Ευρυάλη γοργόνα, αμαζόνα κλπ] και χρησιμοποιήθηκε από τους λόγιους παραθεριστές και συνιδιοκτήτες του κτήματος για να εξοβελισθεί το λαϊκό όνομα Γλυφάδα [των γλυφών νερών] και να έχει το ωραίο προάστιο που ήθελαν να φτιάξουν ένα ευκλεές αρχαιοελληνικό όνομα.
  Το τοπωνύμιο Νέα Ευρυάλη αποδόθηκε στη περιοχή [που προηγουμένως δεν είχε κάποια ιδιαίτερη ονομασία] επειδή ο οικισμός  ήταν νέος και αποτελούσε επέκταση της [παλιάς] Ευρυάλης [Γλυφάδας].
[Περισσότερα για τα παραπάνω βλ. εργασία Σταύρου Πατρικουνάκου,  Γλυφάδα, Τα Δικηγορικά ο Βόσπορος, η Νέα Ευρυάλη. Αντίτυπο του βιβλίου έχει χορηγηθεί στις βιβλιοθήκες Γλυφάδας, Ελληνικού, Βούλας, Εθνική και Βουλής].



Τρίτη 3 Απριλίου 2012

Συνοπτική ιστορία του γυμνασίου και λυκείου Αρεοπόλεως Μάνης

Οι Μανιάτες στρατεύονταν ασμένως στα σαλπίσματα του Άρη, θεού του πολέμου, αλλά και την Αθηνά, θεά της σοφίας, απεριόριστα σέβονταν και θαύμαζαν. Επίμονο αίτημά τους μετά τη σύσταση του νεοελληνικού κράτους ήταν να γίνουν σχολεία στη περιοχή τους, να μάθουν γράμματα τα παιδία τους, να γίνουν άνθρωποι, όπως έλεγαν.
          Λίγα χρόνια μετά την ίδρυση του γυμνασίου Γυθείου[1885] ιδρύεται το γυμνάσιο Αρεοπόλεως [βδ της 17-10-1821, ΦΕΚ Α 203/21-10-1921].
          Τη πρώτη χρονιά το γυμνάσιο [η πρώτη τάξη δηλαδή, μόνη άλλωστε] στεγάσθηκε στην εκκλησία Παναγία η Γιωργιάνικη και ακολούθως στον πύργο του Στυλιανού Μαυρομιχάλη [τον καλούμενο σήμερα Παλιό Γυμνάσιο] και στη συνέχεια [1930-31] στο σημερινό κτίριο που κτίσθηκε [1925-30] στη θέση Σταφυλάδες [και Βασιλούδες].
          Μέρος του οικοπέδου δώρισε [1924] η Αικατερίνη Φραντζεσκάκη-Τζαούτου και τα υπόλοιπα τμήματα αγοράσθηκαν ή απαλλοτριώθηκαν. Για την ανέγερση του κτιρίου συστήθηκε ερανική επιτροπή από τον γυμνασιάρχη, καθηγητές και παράγοντες της Αρεόπολης οι οποίοι περιερχόμενοι τα χωριά της Μάνης συγκέντρωναν χρήματα. Ένα σημαντικό ποσόν κατέβαλε το Ελληνικό δημόσιο ενώ επίσης μεγάλο ποσόν έδωσε και ο Πέτρος Μαυρομιχάλης. Έδωσαν επίσης τον οβολό τους πολλοί φτωχοί Μανιάτες και άλλοι προσέφεραν υλικά καθώς και τη προσωπική τους εργασία. Και έτσι το σχολείο κτίσθηκε ‘’… λιτά, απλόχωρα, μεγάλο, γερά θεμελιωμένο, μακριά από της χώρας τ΄ ανήλιαγα σοκάκια με τα πορτοπαράθυρα περίσσια, νάρχεται ο κυρ- ήλιος διαφεντευτής…’’ [Παλαμάς].
          Τα Μανιατάκια επέδειξαν ιδιαίτερο ζήλο για τα γράμματα και μερικά κατέλαβαν περίοπτες θέσεις στη πολιτική, στις επιστήμες, στην οικονομία, στα σώματα ασφαλείας και στις ένοπλες δυνάμεις.
          Στους καλλίτερους μαθητές χορηγείτο προπολεμικά το βραβείο Πέτρου Μαυρομιχάλη και μεταπολεμικά για μερικά χρόνια το βραβείο Πέτρου Κουράκου-Μαυρομιχάλη και Γιώργου Τσιμπιδάρου-Φτέρη ενώ χορηγίες προσέφεραν και άλλοι καθώς και απόφοιτοι του σχολείου.
          Στη διάρκεια της κατάστασης [κατοχή και εμφύλιο] το σχολείο συνέχισε τη λειτουργία του με πολλά προβλήματα εξαιτίας έλλειψης καθηγητών αλλά και της κατάληψής του από τα ιταλικά στρατεύματα.
          Στις δεκαετίες που ακολούθησαν ο αριθμός των μαθητών του συνεχώς μειωνόταν λόγω της μετανάστευσης των κατοίκων.
          Τις τελευταίες δεκαετίες έγιναν σημαντικές προσθήκες στο αρχικό κτίριο και αρκετές μεταβολές στο γήπεδό του ενώ ένας σημαντικός αριθμός των μαθητών προέρχεται από παιδιά αλλοδαπών κυρίως από την Αλβανία που οι γονείς τους εργάζονται στη Μάνη.
          [Περισσότερα βλ. Σταύρου Πατρικουνάκου, Η ιστορία του γυμνασίου και λυκείου Αρεοπόλεως, Η Μάνη κατά τον εικοστό αιώνα και του ίδιου, Τα αίτια ακμής της Αρεόπολης και παρακμής του Οιτύλου. Αντίτυπα των βιβλίων έχουν χορηγηθεί στις βιβλιοθήκες Αρεόπολης, Γυθείου, Σπάρτης, Βουλής των Ελλήνων, Εθνική και άλλες].