Δευτέρα 10 Μαΐου 2021

Η ΜΑΝΗ ΚΑΙ ΟΙ ΞΕΝΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙΣ [Από τους αρχαίους χρόνους ως το 1821]

Η ΜΑΝΗ ΚΑΙ ΟΙ ΞΕΝΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙΣ

[Από τους αρχαίους χρόνους ως το 1821]

Υπό Σταύρου Πατρικουνάκου

              Εισαγωγή. Στο πέρασμα των αιώνων η Μάνη, λόγω της θέσης της ως περάσματος στους  θαλάσσιους δρόμους της Μεσογείου ‘’βρέθηκε’’,  πολλές φορές, μέσα στα γεωστρατηγικά σχέδια, το πεδίο δράσης και αντιπαράθεσης ισχυρών δυνάμεων. Η γεωγραφία είναι ένας από τους σημαντικούς παράγοντες που καθορίζουν τη πορεία κάθε λαού. [Ο Μεγας Ναπολέων έλεγε ότι ‘’ η πολιτική των κρατών βρίσκεται στη γεωγραφία τους’’ και ο περιβόητος  Μέττερνιχ  ότι ‘’οι ισχυρότεροι νόμοι που κυβερνούν τον κόσμο είναι οι γεωγραφικοί’’. Είμαστε ‘’Αιχμάλωτοι της γεωγραφίας’’, κατά το ομώνυμο έργο του Μάρσαλ Τιμ].

            Ο Σουλεϊμάν Πενάχ το 1785 έγραφε για τη Μάνη, ‘’Επειδή τη τοποθεσία αυτή την έχουν ανάγκη για πέρασμα τα καράβια που πηγαίνουν από τη πλευρά της Φραγκιάς στην Άσπρη θάλασσα [Αιγαίο] η περιοχή θα γίνει τόπος  εμπορίου και σε λίγο διάστημα ισχυρό συνοριακό φυλάκιο της χώρας.  Και δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι κάτοικοί της θα σπουδάσουν με το παραπάνω την επιστήμη της θάλασσας’’ [Ν. Σαρρή, Προεπαναστατική Ελλάδα και Οσμανικό κράτος, Ηρόδοτος, Αθήνα, 1993, σ. 207 και 234].

            Το 1791[Γεωγραφία Νεωτερική [έκδ. 1988, σελ. 127] οι Δημητριείς [Δανιήλ Φιλιππίδης και Γρηγόριος Κωνσταντάς] σημείωναν, ‘’Οι Μανιάτες όντας εις μιαν τοποθεσίαν εξαίρητη δια πραγματεία [φθάνει να ρίξη  τινάς μια ματιά απάνω εις μια χάρτα δια να ιδή πόσο υπερτερεί ο τόπος τους από όλα τα άλλα μέρη εις αυτό], έχοντας και λιμένας καλούς…να ρί-ξουν  τας ελπίδας των εις την θάλασσα και την πραγμάτεια…ημπορούσαν  βέβαια άλλοι να είναι Βενετζιάνοι και Ολλανδέζοι, η πραγμάτεια τους μπο-ρούσε να τους πλουτίση, η επιμιξία με διάφορα έθνη ήθελε τους φωτίση’’.    

           Και o Γ. Φίνλευ [Ιστορία Tουρκοκρατίας και Βενετοκρατίας στην Ελλάδα],’Η θέση της Μάνης έδωσε σ’ αυτή την περιοχή μια σημασία στη σύγχρονη ιστορία της Ελλάδας, ασυμβίβαστη με τον αριθμό των κατοίκων της και με την επίδραση που άσκησαν πάνω στην Ελληνική ιστορία…’’.       

            ’’Σφιχτά αγκαλιάζει η θάλασσα τη Μάνη

            κι οι ξένοι την ε θέλανε για απάνεμο λιμάνι’’.

            [Βέβαια οι ισχυροί ενδιαφέρον έδειξαν και για τη Μεθώνη, τη Κορώνη, τη Μονεμβασιά, τα Επτάνησα, τη Κρήτη, τα νησιά του Αιγαίου πελάγους, όλα τα ναυτικά περάσματα και όχι μόνο τη Μάνη].                             

            Η παρούσα εργασία, που με Λακωνικό τρόπο διέρχεται το θέμα και για την οποία, ως εκ του περιορισμένου χώρου [και χρόνου] ανάπτυξής της δεν διεκδικεί δάφνες πληρότητας, θα μπορούσε  να γίνει αφορμή για την εκπόνηση διατριβής από νέους Μανιάτες ή άλλους ερευνητές και ο γράφων θα είναι ευτυχής αν βοηθήσει στο ελάχιστο [έστω και την ιδέα]. Με το παρόν έργο παρέχεται μια γενική εικόνα προς ενημέρωση του αναγνώστη για τις κατά χρονικές περιόδους σχέσεις της Μάνης με τους ξένους και εκπονείται καθώς  συμπληρώνονται 200 χρόνια από το 1821.

 

         Ρωμαϊκή αυτοκρατορία. Οι κάτοικοι της χερσονήσου του Ταϋγέτου, που σήμερα καλείται Μάνη, με τη κάθοδο των Δωριέων και τη δημιουργία ισχυρού Σπαρτιατικού κράτους με επεκτατικές βλέψεις, θα κατάστούν είλωτες [οι των προσπελάσιμων εδαφών] και περίοικοι [οι των ορεινών] [Δήμου Μέξη, Η Μάνη και οι Μανιάτες, σελ. 58].

        Κατά Κ. Παπαρηγόπουλο, Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, 6η έκδοση 1932, τ. Ββ΄29  ‘’…αι περί το Ταίναρον … άκραν πόλεις αι πάλαι ποτέ περίοικοι της Σπάρτης και αι περί αυτάς άλλοτε είλωτες [όντες]…’’.

        Μετά την ήττα της Σπάρτης από τους Θηβαίους στα Λεύκτρα [371 πΧ] και τη Μαντίνεια [ 362 πΧ] θ’ αρχίσει ο μαρασμός της άλλοτε κρα-ταιάς πόλης.

       Το 245 πΧ ο καινοτόμος βασιλιάς Άγις θα επιχειρήσει προοδευτικές μεταρρυθμίσεις υπέρ των αδύναμων, τις οποίες θα συνεχίσει ο Κλεομένης [235 πΧ] αλλά θα ανακόψουν η Αχαϊκή Συμπολιτεία και οι Μακεδόνες στη μάχη της Σελλασίας [222 πΧ]. Η προσπάθεια ωστόσο θα συνεχιστεί αργότερα από τον Χείλωνα [220 πΧ], τον Μαχανίδα [210 πΧ] και εντονότερα από τον Νάβι [206-192 πΧ] του οποίου τα ριζοσπαστικά μέτρα [απελευθέρωση των ειλώτων και ανακήρυξή τους σε πολίτες, ισονομία, αναδιανομή της γης, διαγραφή  χρεών κλπ] θα προκαλέσουν την αντίδραση των ολιγαρχικών  και η Αχαϊκή Συμπολιτεία θα ζητήσει τη βοήθεια των Ρωμαίων. Με την επέμβαση των Ρωμαίων ο Νάβις υποχρεώθηκε να συνθηκολογήσει, έχασε το Γύθειο, επίνειο και ναύσταθμο της Σπάρτης, τα παράλια της Λακωνίας, όπου εγκαταστάθηκαν οι εξόριστοι από τον Νάβι και αυτοεξόριστοι αριστοκρατικοί Σπαρτιάτες [αξιωματούχοι, ιερατείο, ολιγαρχικοί] και ίδρυσαν, υπερισχύοντας των ντόπιων, με τη βοήθεια των Ρωμαίων, το Κοινό των Λακεδαιμονίων [195 πΧ] το οποίο μετονομάστηκε [24 πΧ] σε Κοινό των Ελευθερολακώνων. Μέρος του κοινού ήταν και η περιοχή που σήμερα καλείται Μάνη.

        ‘’Σ’ αυτά τα όρη φύγανε οι μαύροι Σπαρτιάτες

         και είν’ αυτοί που λέγονται την σήμερον Μανιάτες’’ [ Νηφάκος]. 

         Στο κοινό εδόθη όχι μόνο πολιτική και διοικητική ελευθερία αλλά και φορολογική ατέλεια [απαλλαγή] έναντι της Ρώμης. Αυτό το προνόμιο, ελεύθερες και ατελείς πόλεις [civitates liberae et immunes], πλήρους φορολογικής απαλλαγής, δινόταν  σε ορισμένες πόλεις, κατά το Ρωμαϊκό πολιτικό αξίωμα να διαιρούνται υποτελείς στη Ρώμη επαρχίες, για να μη μπορούν [να μη θέλουν λόγω διαφορετικών προνομίων] να συνεννοηθούν μεταξύ τους και εξεγερθούν κατά της Ρωμαϊκής κυριαρχίας. [‘’Διαίρει και βασίλευε’’. [Divide et impera’’]. Και έτσι οι Ελευθερολάκωνες έγιναν πιστοί υπήκοοι της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας.

         Οι Ρωμαίοι και οι ολιγαρχικοί ήθελαν να αποδυναμώσουν τη Σπάρτη, που έκανε προσπάθειες να ξαναβρεί τη παλιά της δύναμη,  να τη στερήσουν από εδάφη και άνδρες, να διχάσουν τη Λακωνία, να δημιουργήσουν μία αντίπαλη, τοπική δύναμη, εχθρική στη Σπάρτη, να ελέγξουν δια των ακρωτηρίων του Ταινάρου και του Μαλέα τους θαλάσσιους δρόμους του εμπορίου και να διευκολυνθούν στην επέκταση της κυριαρχίας τους στην Ανατολή. Στο Ταίναρο, το μικρό λιμάνι, παρά το νεκρομαντείο, στη θέση Κοκκινόγειο, όπου τα ερείπια του ναού του Ποσειδώνα [και πάνω τους η εκκλησία του Ασώματου], χρησιμοποιούσαν ως αγκυροβόλι και για τον ανεφοδιασμό των πλοίων τους με νερό από τις στέρνες που έφτιαξαν, πελεκίζοντας τα βράχια [πόρτο-γιστέρνες], οι οποίες ακόμη διασώζονται [Στέρνες, Κιστέρνες]. [Τα προνόμια των Ελευθερολακώνων καταργήθηκαν ουσιαστικά το 212 μΧ με το διάταγμα περί ισοπολιτείας του Καρακάλλα και το 297 μΧ τυπικά από τον αυτοκράτορα Διοκλητιανό].   

        Οι Μανιάτες ισχυρίζονται ότι ξεκινά η ιστορία τους, η ρίζα τους, η καταγωγή τους απ’ αυτούς τους Σπαρτιάτες αριστοκρατικούς που κατέβηκαν προς το Ταίναρο και όχι από τους αυτόχθονες είλωτες και περίοικους, ως αυτοί να μην υπήρχαν. Όμως αποσιωπούν το ότι η αποδέσμευσή της περιοχής από τη Σπάρτη είναι έργο των Ρωμαίων [‘’ο ξένος δάκτυλος’’], χάρη των συμφερόντων των Ρωμαίων τους οποίους ευγνωμονού-σαν και στους οποίους φέρονταν δουλικά. ‘’Επεζήτουν  μετ’ ιδιαζούσης προθυμίας  δικαίωμα Ρωμαίου  πολίτου και ελάμβανον ονόματα Ρωμαϊκά’’ και θεοποιούσαν τον κάθε Ρωμαίο αυτοκράτορα.

       [Δηλαδή οι Ρωμαίοι πριν κατακτήσουν πλήρως τον Ελλαδικό χώρο [αλλά προφανώς και άλλες περιοχές] εισέδυαν και παρενέβαιναν στα Ελ-ληνικά πράγματα, από πολλές δεκαετίες πριν, διαιρούσαν τους Έλληνες, αποκτούσαν ντόπιους ‘’φίλους’’, συμμάχους και ερείσματα. Προετοιμάζονταν αρκούντως. Αυτό θα έκαναν, αργότερα, πολύ επιδέξια οι Άγγλοι].

       Βυζάντιο. [‘’Μάνη που είσ’ ανάμεσα σε Βενετιά και Πόλη

                          και για τις δυο πολέμησες και μοναχή ευρέθεις’’].

       Το Ανατολικό Ρωμαϊκό κράτος [Βυζαντινή αυτοκρατορία] που ήταν, αρχικά,  ‘’πολύεθνικο’’ και προς το τέλος του έγινε Ελληνικό –αν και ο βασιλιάς του ως το 1453 έφερε τον τίτλο ‘’αυτοκράτωρ Ρωμαίων’’- δεν ασχολήθηκε με τη χερσόνησο του Ταϋγέτου, αφότου έχασε τις Δυτικές κτήσεις [Ιταλία] γιατί ήταν μια απόμακρη, απομονωμένη, ορεινή και άγονη επαρχία, οι κάτοικοί της ενέμεναν, επί μακρόν, στη πάτριο θρησκεία των Ολυμπίων θεών [‘’οι του κάστρου της Μαΐνης…Έλληνες προσαγορεύονται, δια το εν τοις προπαλαιοίς χρόνοις ειδωλολάτρας είναι…’’] αλλά και επειδή είχε χάσει η Κωνσταντινούπολη τον έλεγχο του εμπορίου στην Ιταλική χερσόνησο και την Ανατολική Μεσόγειο από τη Βενετιά, εξαιτίας κακοδιοίκησης, θρησκευτικών διαμαχών, εμφυλίων, λαθών των βυζαντινών αυτοκρατόρων, συγκρούσεων των διεκδικητών του θρόνου και επιθέσεων των γειτόνων.

      Βαρβαρικές και πειρατικές επιδρομές. Η Μάνη, επειδή βρίσκεται στο νότιο άκρο της Βαλκανικής, είναι ορεινή και φτωχή χώρα, δέχθηκε, κατά τους χρόνους της μεγάλης μετανάστευσης των λαών στην Ευρώπη [4ος-5ος μΧ αιώνας], τις λιγότερες βαρβαρικές επιδρομές και έτσι οι επιμειξίες ήσαν λιγοστές με συνέπεια οι Μανιάτες δικαιολογημένα να ισχυρίζονται ότι είναι κατευθείαν γραμμή γνήσιοι -οι γνησιότεροι- απόγονοι των αρχαίων Ελλήνων. Ωστόσο πέρα από τους Σλαύους και τους Αλβα-νούς, για τους οποίους γίνεται αναφορά παρακάτω, έγιναν και στη Μάνη κά-ποιες επιδρομές βαρβάρων, όπως του Αλάριχου με τους Βησιγότθους το 395 μΧ στο Γύθειο [και μάλλον και στη Λας] και του Γιζέριχου των Βανδάλων το 464 μΧ στη Καινήπολη.

     Ευάλωτη ήταν η χερσόνησος του Ταϋγέτου από τη θάλασσα, λόγω των κολπίσκων που έχει και χάρη στους οποίους επικοινωνούσε με τον ‘’έξω’’ κόσμο αλλά αυτά τα λιμάνια της προσείλκυαν και το εμπορικό ενδιαφέρον των ξένων [Βενετίας, Ισπανίας, Γαλλίας, Αγγλίας, Ρωσίας].

      Απ’ αυτά τα λιμάνια εφορμούσαν στη περιοχή και οι πειρατές [κυρίως Αλγερινοί] τη λεηλατούσαν και ανάγκαζαν τους κατοίκους της από τα παραθαλάσσια να μετακομίζουν σε ορεινά μέρη. [Πειρατές δεν ήταν μόνο οι Μανιάτες  αλλά και άλλοι και σε όλες τις θάλασσες υπήρχαν πειρατές από τους αρχαίους χρόνους].

      Σλαύοι και Αλβανοί. Οι Σλαύοι που κατέβηκαν ως τη Τσίμοβα [Αρεόπολη] και το Διρό κατά τον 8ο μΧ αιώνα, ήσαν νομάδες, βοσκοί, δεν ήσαν ένοπλοι, δεν ήσαν οργανωμένοι υπό διοίκηση επιδρομείς και δεν απετέλεσαν απειλή για την ελευθερία των Μανιατών. Δεν ήρθαν ως κατακτητές αλλά με την άδεια του αυτοκράτορα. Σε λίγους αιώνες εξελληνίστηκαν, εκχριστιανίστηκαν και τα μόνα που άφησαν ήταν κάποια τοπωνύμια και μερικές λέξεις. [Βλ. Αν.  Κουτσιλιέρη, Ιστορία της Μάνης].

     Το αυτό συνέβη και με τους Αλβανούς που σε μικρότερο αριθμό ως νομάδες, μετανάστες ή μισθοφόροι των Οθωμανών έφθασαν [14ος[;] μΧ αιώνας] στη Μάνη αν και από τις ένοπλες ομάδες τους, υπό τη καθοδήγηση των Οθωμανών, δεινοπάθησε η Μάνη ιδίως μετά τα Ορλωφικά.

     Περίοδος 992-1204 μΧ]. Με τη Βενετιά στο Βυζάντιο.  Αφ’ ότου ο Ιουστινιανός το 538 μΧ, μετά τις βαρβαρικές επιδρομές, ανέκτησε την Ιταλική χερσόνησο, η Βενετιά [Ενετία] έγινε επαρχία του Ανατολικού Ρωμαϊκού κράτους [Βυζαντινής αυτοκρατορίας] και κατά τον 8ο μΧ αιώνα πέτυχε ένα είδος αυτονομίας έναντι της Κωνσταντινούπολης. Χάρη στη θέση της, στο βάθος της Αδριατικής θάλασσας, ανέπτυξε αξιόλογη ναυτική δύναμη, κατά το προηγούμενο της αρχαίας Αθήνας, και με αυτοκρατορικό χρυσόβουλο του 992 μΧ οι έμποροί της έλαβαν κάποια μικρά, κατ΄ αρχή, φορολογικά και διοικητικά προνόμια εξαιτίας υπηρεσιών που πρόσφερε στον αυτοκράτορα [τη μεταφορά δηλαδή βυζαντινών στρατευμάτων στην Ιταλία για την άμυνα κατά επιδρομέων], τα οποία προνόμια με νέο χρυσόβουλο του 1082 μΧ [για βοήθεια στον Αλέξιο Α΄ Κομνηνό κατά των Νορμανδών] θα επαυξηθούν. [Εγκατάσταση Βενετών εμπόρων σε βυζαντινά λιμάνια για άσκηση ελεύθερου εμπορίου χωρίς δασμούς]. Αυτά τα προνόμια που ανανεώθηκαν επανειλημμένα [1126, 1147, 1148, 1187, 1189 και 1198] ήταν ένας από τους πλέον σημαντικούς λόγους για τη παρακμή του Ανατολικού Ρωμαϊκού κράτους. Μέγα λάθος για την αυτοκρατορία που έτσι έχασε ουσιαστικά τον έλεγχο του εμπορίου στην Ανατολική Μεσόγειο και τον Εύξεινο Πόντο και στερήθηκε αξιόλογου πολεμικού στόλου, τόσο αναγκαίου για παραθαλάσσια χώρα. [Το Βυζάντιο, φαίνεται, δεν συμπαθούσε ή μάλλον δεν αντιλαμβανόταν την αξία, τη σημασία της θάλασσας και προτιμούσε να ενοικιάζει στόλους έναντι ανταλλαγμάτων [προνομίων] ενώ έπρεπε να επιδιώξει να γίνει η πρώτη ναυτική δύναμη σε όλη τη Μεσόγειο τόσο στον εμπορικό όσο και πολεμικό στόλο, δοθέντος ότι ήταν το πλέον αναπτυγμένο κράτος της εποχής και είχε μεγάλη ακτογραμμή]. ΄Ετσι Βενετοί έμποροι εγκαταστάθηκαν εκτός των άλλων και στα λιμάνια της Μεθώνης και της Κορώνης και κυρίως από τη Κορώνη, απέναντι από τη Μάνη, άρχισαν εμπορικές δοσοληψίες με τους Μανιάτες [κυρίως Βοιτυλιώτες].

     Στο πέρασμα των αιώνων όλοι οι ναυτικοί λαοί είχαν σχέσεις με τη Μάνη επειδή ήταν ναυτικό πέρασμα, από τους  Φοίνικες που έρχονταν ως τη παραλία του Γυθείου για τη πορφύρα των οστρακοειδών, ως τους Ρωμαίους, Άραβες, Αλγερινούς πειρατές, Βενετούς, Ισπανούς, Γάλλους, Ρώσους και Άγγλους. Και οι αρχαίοι Αθηναίοι πυρπόλησαν το Γύθειο, ναύσταθμο της Σπάρτης κατά τον Πελοποννησιακό πόλεμο. Οι Βυζαντινοί θα έπρεπε να είχαν διδαχθεί από τους αρχαίους Αθηναίους και ιδία από τον Θεμιστοκλή που, σε αντίθεση με τον συντηρητικό Αριστείδη, ο οποίος ήθελε την Αθήνα κλεισμένη στο λεκανοπέδιο να ασχολείται με τη γεωργία και τη κτηνοτροφία, ο δημοκρατικός [και προοδευτικός] Θεμιστοκλής την έστρεψε στη θάλασσα και τα οφέλη ήρθαν ενωρίς…

     Περίοδος 1204-1259 [-61]. Φραγκοκρατία. Το 1204 οι Σταυροφόροι της Δ΄ Σταυροφορίας με τη παρότρυνση των Βενετών, που τους μετέφεραν με το στόλο τους, παρεξέκλιναν της πορείας τους προς τα Ιεροσό-λυμα, για προφανείς λόγους, κατέλαβαν τη Κωνσταντινούπολη, κατέλυσαν την αυτοκρατορία και στα εδάφη της συνέστησαν Φράγκικα κράτη. [‘‘Διεμεροίσαντο των ιματιών της’’. Οι Δυτικοί, Φράγκοι, πάπας, Βενετοί και λοιποί εχθρεύονταν, ζήλευαν και  εποφθαλμιούσαν την Ανατολή για τον πλούτο και τον πολιτισμό της]. Η Βενετιά πήρε, κυριαρχικά, στα χέρια της το εμπόριο της Ανατολής και κατέλαβε τα λιμάνια και τις ναυτικές περιοχές του Βυζαντίου. Η αυτόνομη επαρχία [Βενετιά] ‘’έφαγε’’ το επικυρίαρχο κράτος, τη μητρόπολη [Κωνσταντινούπολη]. Οι Φράγκοι κατέλαβαν εκτός των άλλων  τη Πελοπόννησο  και τη Μάνη και επισκεύασαν ή έκτισαν κάστρα [Πασσαβά, Μαΐνης, Ζαρνάτας, Παλιάς Καρυούπολης κλπ] στα οποία εγκατέστησαν φρουρές. [‘’Επέρασε το Πασσαβά κι εδιάβη εις την Μαϊνην…διατί του άρεσεν πολλά, εποίησεν ένα κάστρον…’’ κατά το Χρονικό του Μορέως]. Στη Λακωνία οι Φράγκοι  διαίρεσαν τη βαρωνία του Πασσαβά  σε 4 φέουδα [που απ’ ότι φαίνεται  αυτή τη διαίρεση ακολούθησαν αργότερα και οι Οθωμανοί [1480-1685] και οι Βενετοί [1685-1715], εκτός και αν προϋπήρχε η διαίρεση της Φράγκικης κατάκτησης]. Οι Βενετοί πήραν ως κτήσεις τους εκτός των άλλων τη Με-θώνη και τη Κορώνη [1206], ήλεγχαν τα παράλια της Μάνης και ανέλαβαν το εμπόριο της περιοχής. Στη Κορώνη και Μεθώνη έχτισαν κάστρα και τα έκαναν λιμάνια ανεφοδιασμού των πλοίων τους και εμπορικούς σταθμούς για την Ανατολή.

     Περίοδος 1261-1460. Η Μάνη στο Βυζάντιο και το Δεσποτάτο του Μυστρά. Το 1259 στη μάχη της Πελαγονίας [στη Δυτική Μακεδονία] ηττήθηκε ο Γοδεφρίδος Βιλεαρδουΐνος, αιχμαλωτίστηκε από τον Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγο και για να ελευθερωθεί του παραχώρησε μεταξύ των άλλων φρουρίων και περιοχών και τη Μάνη η οποία υπήχθη όπως και ο Μυστράς στη Κωνσταντινούπολη  [που απελευθερώθηκε το 1261 μετά την εκδίωξη των Φράγκων]. Το 1348 ο Μυστράς ανακηρύχτηκε Δεσποτάτο, δηλαδή αυτόνομη περιοχή υπό την επικυριαρχία  του Βυζαντίου. [Δεσπότης ήταν ο βασιλιάς, ο ηγεμόνας και όχι ο επίσκοπος].  Η Μάνη θα παραμείνει στο Δεσποτάτο ως το 1460, αν και λόγω των ερίδων μεταξύ των αδελφών Παλαιολόγων είναι αμφίβολο αν κάποιος από αυτούς ασκούσε εξουσία στη περιοχή της. Σε όλο αυτό το διάστημα, από το 1206 ως το 1500, δηλαδή ως το τέλος σχεδόν του β΄ Βενετοτουρκικού πολέμου [1499-1503]  η Κορώνη θα παραμείνει στα χέρια των Βενετών και θα έχει εμπορικές σχέσεις με τη Μάνη.

      Σε έγγραφο του 1336 φέρεται ο βασιλιάς της Νεάπολης [Ιταλίας] να παραχωρεί στο Nicolas Acciaiuoli αγρούς στη Καλαμάτα και τη Μάνη μεταξύ των οποίων και χωράφια στη Τσίμοβα [Αρεόπολη].  

     Υπό ποία ιδιότητα ξένος ηγεμόνας παραχωρούσε σε υπήκοό του χωράφια σε ξένη επικράτεια; Ήταν κυρίαρχος, ιδιοκτήτης ή ενοικιαστής; Δεν ανήκαν στο Βυζαντινό κράτος ή έστω στον διοικητή του Μυστρά, ως διοικητή της Μάνης;

     Μάλλον επρόκειτο για τίτλους ιδιοκτησίας χωρίς αντίκρισμα με την έννοια ότι αυτό γινόταν, τότε, μεταξύ ηγεμόνων και γενικά ευγενών [αρχόντων] που μετεβίβαζαν με πωλήσεις, κληρονομίες ή προίκες δικαιώματα που είχαν παλαιότερα και τα είχαν χάσει από νέους κατακτητές θεωρώντας ότι ήταν δυνατό στο μέλλον με συμμαχίες και τη δύναμη των όπλων είτε οι ίδιοι είτε οι διάδοχοί τους να τα επανακτήσουν. [Πχ τα δι-καιώματα του θρόνου του Βυζαντίου είχε πωλήσει [μετά το 1453] απόγο-νος του Παλαιολόγου [χωρίς να έχει τίποτα] στον δούκα του Νεβέρ και εκείνος σκέφθηκε το 1618 να οργανώσει εκστρατεία για να αποκτήσει ‘’αυτά τα δικαιώματα’’ αλλά τελικά δεν υλοποίησε τη πρόθεσή του].

     Εξεταστέο είναι από ουσιαστική άποψη για το ποίος ασκούσε εξουσία στη περιοχή κατ’ εκείνους τους χρόνους.  Θεωρούμε ότι ως το 1460 στη Μάνη διοίκηση ασκούσε ο Δεσπότης του Μυστρά που είχε μεν  αυτονομία αλλά υπαγόταν στην εξουσία του βυζαντινού αυτοκράτορα. Ωστόσο είναι φανερό ότι περισσότερες εμπορικές, τουλάχιστον, σχέσεις αλλά και πολιτιστικές η Μάνη και ιδία η δυτική, η πολυάνθρωπη πλευρά της, είχε με τη Κορώνη, που ήταν υπό τη κυριαρχία των Βενετών, παρά με τον Μυστρά. Άλλωστε, όπως έχει σημειωθεί, η Μάνη, λόγω του ορεινού και απρόσοδου εδάφους της και της επί μακρόν εμμονής των κατοίκων της στη πάτριο θρησκεία των Ολυμπίων θεών, δεν προσείλκυε το ενδιαφέρον των Βυζαντινών [ως χριστιανών], από τους πρώτους καιρούς αλλά και όταν το Βυζάντιο έχασε τον έλεγχο των θαλάσσιων δρόμων από τους Βενετούς, οι οποίοι, αναγνώριζαν το ναυτικό πέρασμα της Μάνης και ήθελαν να το ελέγχουν για το ‘’άπλωμά’’ τους στην Ανατολική Μεσόγειο.

     Περίοδος 1460-1480. Ανεξάρτητη Μάνη ή Βενετοκρατούμενη; Όταν ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος έφυγε από τον Μυστρά, για να ‘’ανεβεί’’ στο μαρτυρικό θρόνο της Κωνσταντινούπολης,  άφησε τη Πελοπόννησο στα δύο αδέλφια του, τον Θωμά και τον Δημήτριο, που τη διαίρεσαν σε βορειοδυτική και νοτιοανατολική. Αντί όμως να συνεννοηθούν για την αντιμετώπιση του Οθωμανικού κινδύνου εκείνοι συγκρούονταν  μεταξύ τους και ζητούσαν ο καθένας, προς ίδιο όφελος, τη βοήθεια του Σουλ-τάνου για τη διοίκηση όλης της Πελοποννήσου. Τελικά το 1460 ο Σουλτάνος κατέλαβε τη Πελοπόννησο και το Δεσποτάτο του Μυστρά στο οποίο υπαγόταν η Μάνη αλλά οι Οθωμανοί, τότε, το 1460, δεν προήλασαν ως τη Μάνη, πιθανόν λόγω του ορεινού και άγονου εδάφους της. [Ο Οθωμανικός στρατός θα εισβάλει στη Μάνη το 1480-81].     

     Κατά το διάστημα, 1460-1480, που διεξαγόταν ο α΄ Βενετοτουρκικός πόλεμος [1463-1479] υπό ποίο πολιτειακό καθεστώς διατελούσε η Μάνη; Είχε ανεξαρτησία, δοθέντος ότι δεν υπήρχε το Δεσποτάτο του Μυστρά ή τελούσε υπό Βενετική διοίκηση; Ανήκε στον εαυτό της, στους Βενετούς ή ήταν πολιτειακώς ασύνταχτη χώρα, διαλυμένη ή αναρχούμενη;

     Ας εξετάσομε τις παραπάνω απόψεις.

     Α] Αφού είχε καταλυθεί η εξουσία του Μυστρά και οι Βενετοί ενδιαφέρονταν μόνο για τα λιμάνια και το εμπόριο σ’ αυτά και δεν ασχολού-νταν με τα ενδότερα εδάφη και τη τάξη, σε περίοδο μάλιστα που πολεμούσαν τους Οθωμανούς, το ορθό θα ήταν να σημειωθεί ότι η Μάνη ήτο μόνη της, ελεύθερη, με δική της εξουσία και κυριαρχία είτε εκπορευόμενη από μια πόλη, ένα χωριό, έναν φορέα, μια ισχυρή οικογένεια κλπ είτε υπό κάθεστώς αρχαίων Ελληνικών πόλεων-κρατών, ως μια επαναφορά του Κοινού των Ελευθεολακώνων. Κάθε χωριό με τα ξεμόνια του ή μερικά γειτονικά χωριά αποτελούσαν μια ανεξάρτητη οντότητα υπό τη διοίκηση κάποιου ή κάποιων ισχυρών [μεγάλου σοϊού], όπου βεβαίως οι ενδοκοινοτικές συγκρούσεις θα ήσαν αναπόφευκτες και φυσικά θα κυριαρχούσε το δίκαιο του ισχυρού. Αλλά η άποψη αυτή όσο πιθανή και αν φαίνεται και αν δεν ίσχυε σ’ όλα τα χωριά [πχ μεγάλα ή παραθαλάσσια] πάντως θα μπορούσε να ισχύει στα περισσότερα και μικρότερα, όμως δεν μπορεί να στηριχτεί στις πηγές της ιστορίας.  

      Β]. Υπάρχει βέβαια και η άλλη άποψη για Βενετική κυριαρχία στη Μάνη που στηρίζεται σε πηγές. Ας την εξετάσομε.

    1] Τη περίοδο 1463 ως το 1479 γίνεται ο α΄  Βενετοτουρκικός πόλεμος και μέρος του διεξάγεται στα βουνά της Μάνης, στον οποίο πόλεμο συμμετέχουν και οι Μανιάτες. Ως τι όμως  συμμετέχουν; Ως σύμμαχοι, εκουσίως των Βενετών για να απωθήσουν τους Οθωμανούς; Ως μισθοφόροι ή ως επιστρατευμένοι, αναγκαστικώς, υπήκοοι της Βενετιάς;

     2] Το φρούριο της Παλιάς Καρυούπολης, μιάς παλιάς βυζαντινής πόλης που τα ερείπιά της διασώζονται  στον ομώνυμο λόφο ανάμεσα στα χωριά Βαχός και Δροσοπηγή [Τσεροβά], φέρεται ότι κατεχόταν από τους Βενετούς κατά τα έτη 1463, 1467 και 1471 και επίσης φέρεται ότι οι κάτοικοί της συμμετείχαν στον α΄ βενετοτουρικό πόλεμο [1463-1479]. [Βλ. Ρ. Ετζέογλου, Καρυούπολη, Μια ερειπωμένη Βυζαντινή πόλη, Λακω-νικαί σπουδαί, Θ, 1988, Παλιάς 30, σελ 22 επ.]. Αφού το 1463 και μετά κατείχαν οι Βενετοί το φρούριο της Παλιάς Καρυούπολης, στο κέντρο-πέρασμα και τα ενδότερα της Μάνης, είναι φανερό ότι πρόκειται για κατακτημένη χώρα από τους Βενετούς και όχι για συμμαχία.

     Αυτή είναι και η άποψη των συγγραφέων. ‘’Στο διάσημα αυτό [σσ του α΄ Βενετοτουρκικού πολέμου] η Μάνη έμεινε  κάτω από τη διοίκηση των Βενετών.…Στο κάστρο της Μαντίνειας [σσ Έξω Μάνης] ήρθε ένας φημισμένος πολεμιστής, ο άρχοντας του Ρίμινι Σιγισμούνδος Πανδόλφος  Μα-λατέστα και έκανε το κάστρο ορημητήριό του κατά των Οθωμανών …Το 1479 τελείωσε ο πόλεμος και οι…Βενετοί παραχώρησαν τη Μάνη στους Τούρκους, αλλά ο Κορκόδειλος Κλαδάς συνέχισε τον αγώνα. [Σταύρου Καπετανάκη, Η Μάνη στη δεύτερη Τουρκοκρατία, σελ. 30, 31]. Κατά τον ίδιο, ό.π., σελ. 30, ‘’…Η Μάνη έμεινε στο διάστημα αυτό [σσ 1460-1480] υπό τη διοίκηση των Βενετών και με στρατιωτικές  ομάδες συντάχθηκε μαζί τους στο πόλεμο…’’ κατά των Οθωμανών [σελ. 31].

     Κατά Απ. Δασκαλάκη, Η Μάνη και η Οθωμανική αυτοκρατορία, 1453-1821, σελ. 21, οι Βενετοί παρέδωσαν ή εγκατέλειψαν τη Μάνη στη διάθεση των Οθωμανών ‘’… εις την ήσυχον και άνευ συγκρούσεων παράδοσιν της Μάνης εις τους Τούρκους…’’.

     Κατά Ανάργυρο Κουτσιλιέρη [Ιστορία της Μάνης, σελ. 238] ‘’το 1479 οι Βενετοί συνθηκολόγησαν με τους Οθωμανούς και ένας από τους όρους ήταν η παραχώρηση της Μάνης στους Τούρκους με το αιτιολογικό ότι η Μάνη ήταν τμήμα της Βυζαντινής αυτοκρατορίας και επομένως πρέπει να περιέλθει στους Τούρκους αφού αυτοί είναι κληρονόμοι του Βυζαντίου’’. [Διαδοχή κρατών, κατά το διεθνές δίκαιο].  

     Όμως ο Κορκόδειλος Κλαδάς διαφώνησε με τους Βενετούς και τους κατηγόρησε πως είχαν παραχωρήσει τη Μάνη στους Τούρκους και επαναστάτησε. ‘’Η Βενετιά αντέδρασε στη συνέχιση του πολέμου από τον Κλαδά και τους Μανιάτες και τον επικήρυξε [23 Ιανουαρίου 1480] ως ‘’ανατροπέα της ησυχίας της Μάνης ανηκούσης  εις τον Τούρκον κυριάρχην…’’ [Δ. Μέξη, ό.π. σελ. 311].

     Η συμμετοχή των Μανιατών στον α΄ Βενετοτουρκικό πόλεμο το 1463 με αρχηγούς τους Κροκόδειλο Κλαδά, Μιχάλη Ράλλη, Πέτρο Μπούα,  Μέξη-Μποζίκη, Θ. Παλαιολόγο και άλλους  ουσιαστικά είναι η πρώτη εξέγερση των Ελλήνων στους Οθωμανούς κατακτητές.

     Συμπερασματικά έχω τη γνώμη ότι αφού οι Βενετοί ήλεγχαν τα λιμάνια, το εμπόριο, την οικονομία, τα παράλια αλλά και τα εσωτερικά κάστρα της Μάνης θα πρέπει να θεωρηθεί ότι η Μάνη δεν ήταν σύμμαχος των Βενετών, μετά τη πτώση του Μυστρά και για το διάστημα από το 1460 ή έστω το 1463 ως το 1479, αλλά υπό τη κυριαρχία τους.

      Από το 1463 ως το 1715 Βενετοί και Οθωμανοί θα συγκρούονται σε Ελληνικά εδάφη, [‘’Δυο γαϊδάροι  μάλωναν σε ξένο αχυρώνα’’].

      Γ]. Πάντως αναρχούμενη ή πολιτειακώς ασύνταχτη ή διαλυμένη χώ-ρα δεν ήταν η Μάνη όσο και αν μερικούς τους γοητεύει η ιδέα. Πέραν του επικυρίαρχου [κι άν υποτεθεί πως δεν υπήρχε] υπήρχε διοίκηση παντού ακόμη και σε επίπεδο μικρού χωριού από τον πρωτόγερο, τους δημογέροντες ή κάποιον ισχυρό μεγάλου σοϊού. Η τάξη μπορούσε να δια-σαλευτεί με τοπικούς εμφύλιους και αλλεπάλληλους γδικιωμούς αλλά σύντομα θα ξαναρχόταν η ισορροπία.

      Η φύση και οι κοινωνίες απεχθάνονται το κενό.

      Περίοδος 1480-1685. Α΄ Τουρκοκρατία. Ο Σουλτάνος δεν θα ήθελε να ασχοληθεί με τη Μάνη, όπως έχει σημειωθεί, μετά τη κατάλυση του Δεσποτάτου του Μυστρά, λόγω του ορεινού και άγονου εδάφους της [βλ και Θ. Κολοκοτρώνη, Απομνημονεύματα]. Όταν όμως οι Βενετοί ξεκίνησαν τον α΄ Βενετοτουρικό πόλεμο [1463-1479] και η Μάνη συμμετείχε στο πλευρό τους και μάλιστα συνέχισε και μετά τη λήξη των εχθροπραξιών μεταξύ Βενετών και Οθωμανών με τους Κροκόδειλο Κλαδά, Μπούα, Μέξη και άλλους, Οθωμανικές δυνάμεις προχώρησαν ‘’προς τα κάτω’’ κατέλαβαν, επισκεύασαν ή έκτισαν κάστρα, διαίρεσαν τη Μάνη σε περιοχές, διόρισαν καπετάνιους και επέβαλαν φορολογία. Όμως η θέση της Μάνης ως ναυτικού περάσματος, από τους Δυτικούς για την Ανατολική Μεσόγειο, το φιλοπόλεμο και ανυπότακτο των κατοίκων της, η ‘’συμμα-χία’’ με τους Βενετούς και αργότερα άλλες Δυτικές δυνάμεις, η μη τακτική πληρωμή φόρων κλπ υποχρέωναν την Υψηλή Πύλη να κάνει συχνές επιδρομές στη Μάνη, να περιπλέει ο Οθωμανικός στόλος στα παράλια της και να καθορίζει ο Οθωμανός επικυρίαρχος τη διοίκησή της με καπετάνιους. Σε όλη τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας οι Μανιάτες θα ζητούν βοήθεια από τους Δυτικούς για να αποτινάξουν τον ζυγό της δουλείας. [Υπόμνημα στον πάπα το 1582, υπόμνημα στον δούκα του Νεβέρ το 1618, αιτήματα στους Ισπανούς και Βενετούς]. Καθώς χάνει συνεχώς εδάφη η Βενετιά από την Οθωμανική πλημμυρίδα επιχειρεί να αμυνθεί ή να τα επανακτήσει και για αυτό θα χρησιμοποιήσει και τους Μανιάτες, για αντιπερισπασμό, σε όλους σχεδόν τους πολέμους της με τους Οθωμανούς  [1463-1479, 1499-1503, 1537-1540, 1570-1575, 1645-1669, 1685-1699 και 1715-1718]. Το 1570 οι Οθωμανοί έχτισαν κάστρο στο Πόρτο-Κάγιο για να φράξουν τους θαλάσσιους δρόμους της Βενετιάς, της Γένουας και της Ισπανίας, αλλά οι Βενετοί μαζί με τους Μανιάτες θα το γκρεμίσουν. Το 1571 στους συγκεντρωμένους στη Νόμια Μανιάτες αρχηγούς θα μιλήσουν Βενετοί πρεσβευτές και οι Μανιάτες θα συστρατευτούν στον γ΄ Βενετοτουρκικό πόλεμο.  [Όπως γράφει στην έκθεσή του, μεταξύ των άλλων, ο επικεφαλής της Βενετσιάνικης αποστολής, Barbo,  οι γέροντες από τα χωριά πήγαν ‘’…συνοδευόμενοι υπό νέων και ενόπλων ανδρών, οι οποίοι, κατά το πλείστον, έφεραν σπάθη, τόξο και ασπίδα…’’. Δηλαδή ακόμη, 1571, δεν είχαν τουφέκια, πυροβόλα]. Στη ναυμαχία της Ναυπάκτου [1571] Ελληνικά πληρώματα και βεβαίως Μανιάτικα θα επανδρώσουν τον στόλο των Δυτικών υπό τον Ισπανό Δον Ζουάν. Στην άμυνα της Κρήτης, που κατείχε η Βενετιά, επίσης, Μανιάτες θα πολεμή-σουν κατά των Οθωμανών [1645-1669].

      Μετανάστευση. Συνέπεια αυτών των Μανιάτικων εξεγέρσεων και συμμετοχών στους πολέμους [με τους Βενετούς ή στα Ορλωφικά αργότε-ρα] ήταν οι Οθωμανοί να εισβάλουν συχνά στη Μάνη και να προκαλούν όλεθρο [εκτελέσεις, εξανδραπιδισμούς, αρπαγές γυναικόπαιδων για τα σκλαβοπάζαρα, πυρπολήσεις κατοικιών και περιουσιών, δενδροτομίες, λεηλασίες]. Έτσι πολλοί Μανιάτες αναγκάζονταν να μεταναστεύσουν στα κατεχόμενα από τους Βενετούς Επτάνησα ή τη Δύση [Ιταλία, Κορσική και αλλού. Βλ. μεγάλες μεταναστεύσεις Βοιτυλιωτών στα χρόνια γύρω από το 1670. [‘’Σ’ όποιο τόπο κι αν βρεθείς- Μανιάτη σίγουρα θα ιδείς’’]. Όμως η ‘’πονηρή’’ Βενετιά θέλει τους Μανιάτες στον τόπο τους, τους χρειάζεται για τα λιμάνια της, τα πλοία, το εμπόριο αλλά και ως μι-σθοφόρους στρατιώτες στους κατά των Οθωμανών πολέμους της και θα χρησιμοποιήσει κάθε τρόπο [υποσχέσεις, παρελκυστική τακτική, εμπόδια και με ναυτική δύναμη, ακόμη και καταγγελίες των ενεργειών των Ισπανών στους Οθωμανούς] για να αποτρέψουν τον Μανιάτικο ξενιτεμό. [βλ. Κ.  Δ. Μέρτζιου, Πελοποννησιακά, 2 [1957], σελ. 434. Ο Κ. Μέρτζιος στις εργασίες του εξετάζει διεξοδικά το θέμα].

       [Το 1684 οι Μανιάτες των γειτονικών χωριών της Κελεφάς θα ζητήσουν από τον Βενετό Μοροζίνι την απελευθέρωση του κάστρου της και με τον πόλεμο Βενετών-Οθωμανών η Μάνη θα περιέλθει στη κυριαρχία των Βενετών ως το 1715 [βλ παρακάτω].

       Ισπανία. Οι αρχαίοι Έλληνες, κατ΄εξοχήν ναυτικός λαός, είχαν ανοιχτεί στα πελάγη σα τον πολυταξιδεμένο Οδυσσέα και δεν ήθελαν να έχουν φραγμούς. Οι Ηράκλειες στήλες [σημερινό Γιβραλτάρ], όπου ο Ηρακλής είχε αντικαταστήσει για λίγο τον Άτλαντα και κράτησε στους ώμους του τη γη, είχαν εξάψει τη φαντασία τους και ήθελαν να τις διαβούν, ‘’για να ιδούν και παραπέρα’’ και θεωρείται σχεδόν βέβαιο ότι αρχαιοελληνικά καράβια περιέπλευσαν τις ακτές της δυτική Ευρώπης ως περίπου το ύψος της Αλβιώνας [Αγγλίας]. Κατά συνέπεια η Ιβηρική χερσόννησος τους ήταν γνωστή από παλιά.

      Ο Φίλιππος Β’ της Ισπανίας [1556-1598] καυχιόταν πως με τις κτήσεις του στο βασίλειό του ‘’ο ήλιος δεν έδυε ποτέ’’. Ήταν ο ισχυρότερος ηγεμόνας στο καιρό του [ως τη συντριβή της αήττητης αρμάδας] και απλωνόταν σε όλη τη Μεσόγειο. Το 1571 οι ενωμένες ναυτικές δυνάμεις των Δυτικών και με Ελληνικά πληρώματα, υπό τον Ισπανό Δον Ζουάν, συνέτριψαν τον Οθωμανικό στόλο κοντά στις εκβολές του Αχελώου [ναυμαχία της Ναυπάκτου]. ‘’Το 1611 κατέπλευσε στη περιοχή της Μάνης ο Ισπανικός στόλος, επειδή τότε υπήρχαν σχέδια να χτίσουν κάστρα στο Πόρτο-Κάγιο  και στο Κολοκύθι, προκειμένου να έχουν ένα προγεφύρωμα  στην Ανατολική Μεσόγειο. Υπήρχε όμως παράλληλα και η αντίδραση της Βενετιάς, η οποία δεν ήθελε εκεί την Ισπανική παρουσία’’. [Σταύρου Καπετανάκη, ό.π., σελ. 33]. Την ίδια χρονιά οι γαλέρες της Μάλτας αποβίβασαν δυνάμεις στη Μάνη, κατέλαβαν το κάστρο του Πασσαβά όπως και το 1614 [Κ. Μέρτζιου, Λακωνικαί σπουδαί, τ. 1, σελ. 89 και 102]. Στα 1615 ο Ισπανικός στόλος ξαναβρέθηκε στον Μεσσηνιακό κόλπο και κανονιοβόλησε τους Οθωμανούς [Σταύρου Καπετανάκη, ό.π. σελ. 35]. Όπως έχει σημειωθεί, όποτε οι Μανιάτες αντιμετώπιζαν μετά τις εξεγέρσεις τους εισβολές των Οθωμανών [αλλά και εξαιτίας γδικιωμών, φτώ-χειας ή πειρατικών επιδρομών Αλγερινών] αναγκάζονταν να μεταναστεύσουν. Οι Ισπανοί ιδίως στα χρόνια που εξουσίαζαν το βασίλειο της Νεάπολης [στην Ιταλία] ήθελαν και καλούσαν Μανιάτες [και άλλους Έλληνες] να εγκατασταθούν στις κτήσεις τους και τους υπόσχονταν σπίτια, χωράφια ακόμη και μικρή φορολογία. Έστελναν και μερικά πλοία να χτυπήσουν τους Οθωμανούς αλλά κυρίως επεδίωκαν τη μετανάστευση των Μανιατών γιατί χρειάζονταν εργάτες γης, πληρώματα σκαφών και μισθοφόρους στρατιώτες. Στα χρόνια της κίνησης του [Γάλλου] Νεβέρ [1611-1618], για αντιπερισπασμό [στους Γάλλους], οι Ισπανοί παρότρυναν τους Μανιάτες σε εξέγερση [1614, 1615], τους υπόσχονταν βοήθεια αλλά αυτή ήταν μικρή και ο σκοπός τους ήταν να μη συμπράξουν οι Μανιάτες με τους Γάλλους ή τους Βενετούς. Η κάθε ξένη δύναμη ήθελε τη Μάνη για το δικό της συμφέρον. Στη κίνηση του Νεβέρ [1618] αντέδρασε η Ισπανία που είχε βλέψεις στη Πελοπόννησο και άλλες Ελλαδικές περιοχές αλλά και η Βενετιά που δεν την συνέφερε αυτή η κίνηση των Γάλλων, διότι κατείχε ακόμη φρούρια στη Πελοπόννησο [Δ. Κόκκινου, Η Ελληνική επανάστασις, τ. α, σελ. 52]. [Το αντίθετο έκαναν οι Βενετοί και οι Γάλλοι, δηλαδή προσπαθούσαν να αποτρέψουν συνεργασία των Μανιατών με τους Ισπανούς].

 

 

 

 

      Πολύφερνη νύφη η Μάνη.

      ‘’Τα κάστρα που πήρε έχει  για στεφάνι

       κι ας τα ’φτιαξαν Οθωμανοί, Φράγκοι και Βενετσιάνοι’’.

      ‘’Μάνη, λαούς πολλούς εγνώρισες, Τούρκους και Βενετσιάνους

        και Δυτικούς κι ομόδοξους, φερέλπιδες Μοσκόβους,

       κανένας δε σε βόηθησε αλλά σούφερε πόνους’’.

       ‘’Γένη σκληρά και ύπουλα - φυλαί γεμάται δόλον’’].

       Μετά την ήττα της Ισπανικής αρμάδας [1588] από τους Άγγλους που η Ισπανία χάνει το προβάδισμα, τις νίκες των Δυτικών επί των Οθωμανών [β΄ πολιορκία της Βιέννης το 1683, τη συνθήκη του Κάρλοβιτς το 1699, την ειρήνη του Πασσάροβιτς το 1718, την αρχή της παρακμής των Οθωμανών, την ανάδειξη του Ανατολικού ζητήματος και την εμφάνιση Γαλλικού και Αγγλικού στόλου στη Μεσόγειο με πρωταγωνιστικό ρόλο, αφού και οι Ισπανοί είχαν χάσει από το 1704 το Γιβραλτάρ, η Ισπανική παρουσία στην Ανατολική Μεσόγειο εξαφανίζεται. Γάλλοι, Ρώσοι και Άγγλοι θα αναλάβουν δράση ανταγωνιζόμενοι μεταξύ τους, για το ποιος θα προσεταιριζόταν τους Μανιάτες, κατά το δημώδες ‘’στης Μαρίας τη ποδιά σφάζονται παλικάρια’’.    

     Ενδεικτικά για το ενδιαφέρον των ξένων προς τη Μάνη, από τους πρώτους χρόνους της Τουρκοκρατίας, είναι τα κείμενα.‘’Αν δεν παράσχωμεν βοήθειαν θα αποξενωθώμεν  από τους Μανιάτας  και ότι δεν είναι σκόπιμον να απολέσουν εξ ολοκλήρου τας ελπίδας τας οποίας έχουν έναποθέσει εις την Υμετέραν Μεγαλειότητα οι Μανιάται’’ [επιστολή του αντιβασιλιά της Νεάπολης στον βασιλιά του που ήταν και της Ισπανίας Φί-λιππο Γ΄ [Μ. Θ. Λάσκαρη, ‘’Ελληνικά’’ 15 [1957] 304-4. Οι Μανιάτες  ‘’…είναι αποφασισμένοι  να δεχθώσιν τας προσφοράς του δουκός  Dessone και του πρέσβεως του καθολικού βασιλέως  εν Βενετία, προ πολλού υπ’ αυτού γενομένας εν ονόματι του βασιλέως  του, εάν ο βασιλεύς δεν ευαρεστηθή να τους συνδράμη ήθελον δε ήδη δεχθή αυτάς…’’ [υπόμνημα προς τον Γάλλο βασιλιά από ανώνυμο για τις προθέσεις του Ισπανού βασιλιά. Βλ. Μαρίνου Βρετού, Εθνικόν Ημερολόγιον  του έτους 1866, σελ 199].   

     Χαρακτηριστικό και τούτο. Το 1499 ‘’Οι Ενετοί συμμάχησαν με τον πάπα…και επετέθησαν κατά του Καρόλου και τον ηνάγκασαν, παρά την νίκη του, να επιστρέψη εις την Γαλλίαν…Τότε οι Ενετοί και ο πάπας  επρόδωσαν εις τον Βογιαζίτ όλα όσα παρεσκευάζοντο εναντίον του και του υπέδειξαν τας ετοίμους να επαναστατήσουν επαρχίας. Παρ’ όλα αυτά οι ίδιοι οι Ενετοί, μετά τρία μόλις έτη, εκάλεσαν τους Έλληνας εις νέαν εξέ-γερσιν’’ κατά του Βογιαζίτ [Δ. Κόκκινου, ό.π.  τ. α, σελ. 48].

     ‘’Κάθε σχέδιον γενικωτέρας επαναστάσεως τόπον πρώτης εκτελέσεως ώριζε την Μάνην, και όλοι οι ξένοι όσοι προσεπάθησαν να υποκινήσουν την Ελλάδα εις επανάστασιν  δια να επιτύχουν ιδίους πολιτικούς σκοπούς, απηυθύνθησαν προς την Μάνην. Αυτό ήτο ασφαλές καταφύγιον παντός πολεμιστού, επαναστάτου και συνωμότου, φρούριον απέραντον και  απρόσβλητον’’ [Δ. Κόκκινου,ό.π. τ. α, σελ. 42]. Και βεβαίως θα απευθύνονταν στους ισχυρούς, μπέηδες, καπετάνιους, τους οποίους θα προσεταιρίζο-νταν με διάφορους τρόπους και θα αντάμειβαν.

      Και οι καπετάνιοι για το μπεηλίκι θα έδιναν ‘’γην και ύδωρ’’.

      Η Μάνη, λοιπόν, είχε μια ιδιαιτερότητα σε σχέση με άλλες περιοχές. Δεν είχε Οθωμανούς κατοίκους ή στρατιώτες, είχε ετοιμοπόλεμους ανδρες, ήταν στην άκρη της Ελλάδας, μακριά από τα Οθωμανικά κέντρα και περιβρεχόταν από θάλασσα για εύκολη επικοινωνία με τους ξένους. Και έτσι, πλείστοι όσοι πράκτορες, κατάσκοποι, αρχαιολάτρες, μελετητές και ερευνητές αρχαίων κειμένων και μνημείων, αρχαιοκάπηλοι, ανθρωπιστές, πεπαιδευμένοι και φιλέλληνες την επισκέπτονταν. Ιδία πράκτορες που επιδίδονταν και στην αρχαιοκαπηλία. Οι περισσότεροι από αυτούς, αν όχι όλοι, συνέτασσαν υπομνήματα, εκθέσεις και μελέτες για τη περιο-χή προς τους ηγεμόνες τους και η Μάνη, χρήσιμη μεν στους Δυτικούς βασιλιάδες για τα σχέδιά τους στην Ανατολή, συνάμα γινόταν και διάσημη, γνωστή στο ευρύ κοινό της Δύσης.

      [Λέγεται ότι ο Μέγας Αλέξανδρος όταν επισκέφθηκε τον τάφο του Αχιλλέα, στη Τροία, παραπονέθηκε πως για τον Αχιλλέα βρέθηκε ένας  Όμηρος και κατέστησε τα κατορθώματά του αθάνατα, κάτι που δεν θα γινόταν με τον ίδιο. Γιατί δεν φθάνουν μόνο τα έργα αλλά χρειάζεται και η εξιστόρησή τους, ένας Όμηρος. Και για τη Μάνη έγραφαν πολλοί πράκτορες και περιηγητές. Έγινε διάσημη].

      [Πάντως το έργο συγγραφής εργασιών για τη Μάνη, τη δημοσιότητά της, συνέχισαν και έχουν αναλάβει, εδώ και αρκετά χρόνια, τα απόδημα, πνευματικά της τέκνα και έχω την εντύπωση πως για καμιά άλλη Ελληνική περιοχή δεν έχουν γραφτεί τόσα πολλά βιβλία όσα για τη Μάνη [που είναι γνωστή σε κάθε γωνιά της χώρας, ακόμη και στη πλέον απόμακρη].

      Πάπας. Ο πάπας, θρησκευτικός και πολιτικός ηγέτης, διοργάνωνε σταυροφορίες με τους Δυτικούς ηγεμόνες και σε εποχές ακμής της δύναμής του τους υποχρέωνε να τον προσκυνούν, ‘’Ο Ερρίκος Δ΄ [σσ Γερμανοαυστριακός αυτοκράτορας, λίγο μετά το 1073], διέσχισε χειμώνα τις Άλπεις και συνάντησε τον πάπα [Γρηγόριο Ζ΄] στο κάστρο της Κανόσα, στον Ιταλικό βορρά. Περίμενε απέξω για δυο-τρεις μέρες μέσα στο χιόνι, εκλιπαρώντας τον πάπα να τον δεχθεί. Είχε βγάλει όλα τα διακριτικά του βασιλικού αξιώματος, ήταν ντυμένος με ταπεινά ρούχα, Τελικά ο πάπας μαλάκωσε και ο βασιλιάς γονάτισε ενώπιον του και ζήτησε συχώρεση. Ο πάπας προέβη σε άρση του αφορισμού…’’, Τζον Χίρστ, Σύντομη ιστορία της Ευρώπης, σελ. 170-1, εκδόσεις Μεταίχμιο, μετ. Ελ. Λούση, 2013].

      Το 1582 οι Μανιάτες ζήτησαν από τον πάπα ‘’να γράψη του ρηγός’’, δηλαδή του Ισπανού βασιλιά, να τους βοηθήσει για την απελευθέρωση της Πελοποννήσου και το κείμενο υπέγραφε ο πρωτόπαπας Μουρίσκος. Τον θεσμό του πρωτόπαπα, δηλαδή του προϊσταμένου των παπάδων φαί-νεται ότι καθιέρωσαν οι Βενετοί στις χώρες που κατέκτησαν, δοθέντος ότι στην ορθόδοξη εκκλησία υπήρχαν επίσκοποι και μητροπολίτες και η Μάνη είχε επισκόπους από αιώνες πριν. Αλλά οι Βενετοί, στους τόπους που εξουσίαζαν, απομάκρυναν την ορθόδοξη εκκλησιαστική ιεραρχία και επέβαλαν τους πρωτοπαπάδες. Αν έτσι έγινε τίθεται το ερώτημα τι σχέση είχαν οι Βενετοί τότε, με τη Μάνη, αν δηλαδή την εξουσίαζαν. Γι’ αυτή την υπογραφή, του πρωτόπαπα Μουρίσκου,  πρέπει να διευκρινιστεί ότι η Μάνη δεν γνώρισε θεοκρατικό καθεστώς και κατά συνέπεια δεν κυβερ-νήθηκε από θρησκευτικό ηγέτη. Γιατί όμως υπέγραψε την έκκληση στον πάπα ένας πρωτόπαπας και όχι ένας επίσκοπος ή περισσότεροι ή ένας καπετάνιος ή περισσότεροι; Μήπως για να τον κολακεύσουν οι Μανιάτες με την έννοια ότι ήθελαν να δείξουν ότι ακολουθούν το δικό του διοικη-τικό σύστημα;

       Και άλλες [πολλές] φορές οι Μανιάτες [και οι άλλοι Έλληνες] απευ-θύνθηκαν στον πάπα ζητώντας του βοήθεια, πάντα με τον όρο να γίνει σεβαστή η ορθόδοξη πίστη τους, να μην αλλάξουν δόγμα, γιατί ο πάπας στις Φραγκοκρατούμενες ανατολικές [Ελληνικές και άλλες] περιοχές διό-ριζε καθολικούς επισκόπους για να ποιμαίνουν μεν το καθολικό ποίμνιο, δηλαδή τους Φράγκους κατακτητές αλλά και να προσεταιρίζονται ορθόδοξους ντόπιους. Ωστόσο οι Μανιάτες δεν ανέχονταν τους Δυτικούς ιε-ράρχες και ο πάπας τους χορηγούσε άδειες απουσίας αόριστης διάρκειας από τις επισκοπές τους για να μην εξεγείρεται ο ορθόδοξος πληθυσμός. Όμως αυτά είχαν προκαλέσει την οργή του πάπα [Παύλου] ο οποίος  στις αρχές του 18ου αιώνα έγραφε, ‘’ Δεν πρέπει να λησμονώμεν ότι οι Έλληνες δεν έχουν πίστη. Όθεν πρέπει να μεταχειριζόμεθα αυτούς  ως άγρια θηρία, να τους αποσπώμεν τους οδόντας  και τους όνυχας, να μη παύσωμεν ταπεινούντες αυτούς και ιδίως να τους εμποδίζωμεν  την περί των όπλων άσκησιν. Ουδέν άλλον να παρέχωμεν εις αυτούς  ή ξύλου και άρτου ή άρτου και ξύλου. Η φιλανθρωπία και η συμπάθεια έστωσαν  δι’ αισιωτέρας περιστάσεις’’ [Περ. Ροδάκη, Κλέφτες και αρματολοί, εκδ. Ελληνικά Γράμ-ματα, Αθήνα 1999, τ. α, σελ. 136]. [‘’Άγιος πατήρ και πανάγιος’’]. Όμως μετά την αναγέννηση, την ενίσχυση των ηγεμόνων και προπάντων με τον διαφωτισμό ο πάπας είχε αποδυναμωθεί έχασε και τη κοσμική εξουσία [από τον Ναπολέοντα και αργότερα [1871] από τους Ιταλούς επαναστά-τες μέχρι που του τη ξανάδωσε ο Μουσολίνι το 1927] και δε μπορούσε πλέον να διοργανώνει σταυροφορίες και να έχει πολιτικό ρόλο στα Ευ-ρωπαϊκά πράγματα.

      Περίοδος 1685-1715. Βενετοκρατία.  Το 1685 οι Βενετοί έδιωξαν τους Οθωμανούς από τη Πελοπόννησο και κατέλαβαν τα κάστρα της Μάνης. Η Λακωνία χωρίστηκε σε επαρχίες, της Μονεμβασιάς, του Μυστρά, της Βαρδούνιας, του Πασσαβά, της Ζαρνάτας και της Κελεφάς. Η περιοχή του Πασσαβά είχε ελάχιστους κατοίκους γιατί στην α΄ Τουρκακρατία, λόγω του ευφόρου εδάφους της, κατοικείτο από Οθωμανούς. Οι Βενετοί –που είναι κατακτητές έστω και αν θέλουν να είναι επιεικέστεροι των Οθωμανών και παρουσιάζονται ως ‘’φίλοι’’ των Μανιατών- απαγορευσαν την άσκηση του εμπορίου από τους Μανιάτες –ήθελαν το μονοπώλιο- και ενδιαφέρονταν στη Μάνη, μόνο για το εμπόριο στα λιμάνια, την ασφαλή διέλευση και διευκόλυνση των εμπορικών πλοίων στη Με-σόγειο, την είσπραξη των φόρων, την εκμίσθωση των ευφόρων εδαφών [βλ. Κ. Κόμη, Βενετικά κατάστιχα Ζαρνάτας και Μπαρδούνιας] και τη στρατολόγηση μισθοφόρων. Κατά τα λοιπά τη τάξη της περιοχής άφηναν σε ντόπιους καπετάνιους υπό την επίβλεψη Βενετού προνοητή. Πάντως δεν ενδιαφέρθηκαν για τη παιδεία ή τον πολιτισμό των Μανιατών. Η σχέση ωστόσο κυρίαρχου και υποτελούς δεν ήταν σκληρή όπως επί Τουρκοκρατίας και ως ένα βαθμό έμοιαζε με συνεργασία Βενετών και Μανιατών που όμως δεν ήταν. Οι Βενετοί, εκτός των άλλων, όπως και παλαιότερα, παρότρυναν τους Μανιάτες πειρατές να επιτίθενται σε ξένα εμπορικά πλοία, ανταγωνιστικά των Βενετών. [‘’Αλλ’ οι Μανιάτες διεγερθέντες υπό των Βενετών πειρατικώς διέτρεχον τας θαλάσσας διαρπάζοντες και φονεύοντες τα τουρκικά πλοία και πληρώματα’’, Κ. Σάθα, Τουρκοκρατούμενη Ελλάς, 1869, σελ. 307].

     Υπό το κράτος των σχέσεων Βενετιάς και Μάνης είτε κατ’ αυτή τη περίοδο είτε πριν που η Κορώνη ως εμπορικό, διαμετακομιστικό και διοικητικό κέντρο, χάρη στους Βενετούς, μεσουρανούσε, έγινε περιώνυμος  και ‘’ο μπάρμπας της Κορώνης’’ στον οποίο ‘’έτρεχαν’’ όλοι για τη λύση  προβλημάτων και κυρίως να τους κάνει ρουσφέτια. Επίσης λόγω του πλούτου της Βενετιάς έμεινε και η φράση ‘’έχασε η Βενετιά βελόνι’’ [που σημαίνει ότι έχασε κάτι ασήμαντο σε σχέση με τον πλούτο της] και ‘’κοιμήσου και παρήγγειλα στη Πόλη τα προικιά σου, στη Βενετιά τα ρούχα σου και τα χρυσαφικά σου’’.

     Η αναγέννηση και ο διαφωτισμός της Δύσης θα ερχόταν στην Ελλάδα με μεγάλη καθυστέρηση και ασθενή επίδραση λόγω του Οθωμανού κατακτητή και τις αντιδράσεις ντόπιων συντηρητικών παραγόντων. Η Βενετιά και οι άλλοι Δυτικοί, αν και δεν ενδιαφέρθηκαν, εφόσον έρχονταν σε επικοινωνία με τους Έλληνες και τους Μανιάτες, αναγκαστικά, θα έφερναν και κάποιες ιδέες, κάτι από τον πολιτισμό τους. Πάντως για τους Μα-νιάτες η Κορώνη, επί μακρόν υπό την επιρροή των Βενετών ως εμπορικό κέντρο, απέναντι από τη Μάνη και με καθημερινές σχεδόν δοσοληψίες, θα πρέπει να θεωρήσομε ότι έπαιξε σημαντικό ρόλο στη σχέση των Μανιατών με τη Δύση. Μανιάτες επισκέπτονταν τη Κορώνη και τη Δύση και μερικοί ισχυροί Βοιτυλιώτες ή και από άλλα χωριά έστελναν τα παιδιά τους για σπουδές στη Δύση. [Βλ. Κ.Δ. Μέρτζιου, Η Μάνη εις τα αρχεία της Βενετίας 1611-1674, Λακωνικαί σπουδαί, 1 [1972] 88, σελ. 91]. Και ως μισθοφόροι, κατά μια άποψη, οι Μανιάτες έφεραν τα σχέδια των πύργων από τη Τοσκάνη. Ωστόσο ως σήμερα διασώζονται στη Μάνη [και την Ελλάδα] κατεσπαρμένα  απομεινάρια της παλιάς αίγλης των Βε-νετών [κάστρα, λέξεις, τοπωνύμια] και του Βυζαντίου [εκκλησίες, κάστρα κλπ].

     Περίοδος 1715-1821. Β΄ Τουρκοκρατία. Το 1715, μετά τον 7ο και τελευταίο Βενετοτουρκικό πόλεμο, οι Οθωμανοί έδιωξαν τους Βενετούς από τη Πελοπόννησο και επανήλθαν στη Μάνη [Κ. Δ. Μέρτζιου, Πότε και πως έπεσε η Μάνη είς χείρας των Τούρκων το 1715, Πελοποννησιακά, 2-3 [1960], σελ. 276 επ.]. Η Βενετιά που έχει αρχίσει να παρακμάζει από τον 17ο αιώνα όλο και περιορίζεται, με τη πάροδο του χρόνου, α] γιατί οι ανακαλύψεις άνοιξαν νέες αγορές και θαλάσσιους δρόμους στους ωκεανούς και η Μεσόγειος πέρασε σε δεύτερη μοίρα, β] η Τουρκική εξά-πλωση περιόρισε τις Βενετικές κτήσεις στην Ανατολή και γ] ο Ναπολέων της έδωσε το συντριπτικό κτύπημα το 1797. Έτσι Αγγλία και Γαλλία διεκδικούν με τα πλοία τους, κατά τον 18ο αιώνα, πρωταγωνιστικό  ρόλο και στην Ανατολική Μεσόγειο, ιδία η Αγγλία που ελέγχει από το 1704 [και με συνθήκη από το  1713] το Γιβραλτάρ και ονειρεύεται να ανοίξει, μέσω του Σουέζ, θαλάσσιο δρόμο προς την Ινδία. Οι επαφές όμως των Ελλήνων και των Μανιατών με τη Δύση, τον Ευρωπαϊκό διαφωτισμό και τα εμπορικά κέντρα δεν σταμάτησαν, όπως δεν σταμάτησαν και οι επισκέψεις Δυτικών στην Ελλάδα και τη Μάνη. Έλληνες νέοι σπούδαζαν στη Δύση και μετέφεραν το φως τη γνώσης στην Ελλάδα [Ελληνικός διαφωτισμός], γιατί όπως ήθελε ο Κοραής, ο λαός πρώτα έπρεπε να αποκτήσει παιδεία και μετά εθνική ανεξαρτησία και οι Έλληνες έμποροι διέσχι-ζαν στεριές και θάλασσες της Ευρώπης και μετέφεραν, μαζί με τους πε-παιδευμένους, στην Ελλάδα τα κηρύγματα της Γαλλικής επανάστασης, σπέρνοντας τον σπόρο της ελευθερίας που όπως έλεγε ο Ρήγας, ‘’το γένος αργότερα θα θερίσει’’ [και θέρισε το 1821].

      [Και στις 23 Μαρτίου 1821, χάρη στους Μανιάτες, θα μαζευτούν και όλοι οι Μεσσήνιοι στη Καλαμάτα, για να ενθαρρυνθούν από την υψωμένη, βαριά Μανιάτικη σπάθα που με αυτή σαν οδηγό θα στραφούν κατά των Οθωμανών για την αποτίναξη του ζυγού της δουλείας. Αλλά για τις σχέσεις της Μάνης με την Οθωμανική αυτοκρατορία έχει γραφεί πληθώρα έργων στα οποία και παραπέμπομε. Πάντως ένας από τους λόγους για το αξιόμαχο και τους συνεχείς πολέμους των Μανιατών με τους Οθωμανούς  [πέρα από το απόμακρο, ορεινό και  άγονο έδαφος, τη μη πληρωμή τακτικών φόρων λόγω φτώχειας] ήταν και το ότι τους υποδαύλιζαν και οι ξένοι [Βενετοί αρχικά και κατόπιν Δυτικοί και Ρώσοι] για τα δικά τους, βεβαίως, συμφέροντα.

      Στη διάρκεια της β΄ Τουρκοκρατίας [1715-1821] πρωταγωνιστικό ρόλο στη Μεσόγειο διεκδικούν η Γαλλία και η Αγγλία, ως ναυτικές δυνάμεις, ενώ εμφανίζεται και η Ρωσία με αρχή τα Ορλωφικά. Οι διπλωματικές μάχες και ιδία η πολιτική των κανονιοφόρων αρχίζουν.

      Ξένη διπλωματία. Οι διεθνείς σχέσεις καθορίζονται από το δίκαιο του ισχυρού. Ο Θουκυδίδης το περιγράφει ζωντανά στον γνωστό διάλογο Αθηναίων και Μηλίων, στην ιστορία του Πελοποννησιακού πολέμου. Η Ελλάδα και η Μάνη της ήσαν μικρές και αδύναμες περιοχές. Οι ξένοι θα τις χρησιμοποιούσαν στα σχέδια τους κατά πως ήθελαν.

      Οι ξένοι ‘’…έβλεπον τους Έλληνας προθύμους να δράξωσι τα όπλα και πάντοτε εγκατέλειπον αυτούς, και πάντοτε πάλιν εύρισκον αυτούς ετοίμους να λησμονήσωσι τα παθήματα, ίνα εκ νέου εξεγερθώσιν…’’, Κ. Πα-παρηγόπουλος, ό.π. έκδ. στ [1932] τ. 6, σελ. 174. Αν και υποτελής η Μάνη οι ξένοι  [Βενετοί, Ισπανοί, Γενοβέζοι, Γάλλοι, Άγγλοι, Ρώσοι] ανα-γνώριζαν τη πραγματικότητα, ‘’ένα κράτος που δεν υπήρχε’’, δηλαδή τη πολεμική ετοιμότητα των Μανιατών, τη στρατηγική θέση της Μάνης, τις δυνατότητες των κατοίκων της και διαπραγματεύονταν, ‘’συνήπταν συμ-φωνίες’’ με τους Μανιάτες για πολεμικές επιχειρήσεις ή ενέτασσαν τη Μάνη στα σχέδιά τους. Γιατί η Μάνη ως ορεινός τόπος με τα κάστρα της ήταν ένα οχυρό και στη θέση που ήταν επέβλεπε την Ανατολική Μεσόγειο και έτσι γινόταν σπουδαίο στρατηγικό σημείο για τους Δυτικούς που ασκούσαν εμπόριο στην Ανατολή ή ήθελαν να επιλύσουν το Ανατολικό ζήτημα.

     Απ’ όταν εμφανίστηκαν οι Οθωμανοί Τούρκοι μέχρι, περίπου τα μέσα του 17ου αιώνα, είχαν με την ορμητικότητα τους όχι μόνο κατακτήσει τη νοτιανατολική Ευρώπη αλλά τρομοκρατήσει και τη Δυτική. Όμως από τον 17ο αιώνα φάνηκε ότι δεν μπορούσαν να συνεχίσουν, για διάφορους λόγους, τις κατακτήσεις τους. Δεν μπορούσαν να παρακολουθήσουν τις εξελίξεις στην επιστήμη και τη τεχνολογία και του λοιπού οι Δυτικοευρωπαίοι, που είχαν περάσει μπροστά στη τεχνολογία, θα τους αντιμε-τώπιζαν όπως ‘’η γάτα το ποντίκι’’. Ο μεγάλος ασθενής, η Οθωμανική αυτοκρατορία, παρήκμαζε γοργά και δημιουργούσε το λεγόμενο Ανατολικό ζήτημα που καλούνταν να διαχειριστούν οι Δυτικοί και οι Ρώσοι, κατά τα συμφέροντά τους. Αλλά εδώ ανέκυπτε μεταξύ των Ευρωπάιων το θέμα της ισορροπίας δυνάμεων, οι ανταγωνισμοί και η προσπάθεια να μην επωφεληθεί κάποιος περισσότερο από τους άλλους και αποκτήσει υπεροχή. Οι Ευρωπαίοι επί αιώνες, και κυρίως η Αγγλία, θα προσπαθούσαν να μη κυριαρχήσει κάποια δύναμη στον Ευρωπαϊκό χώρο. Γι’ αυτό η Οθωμανική αυτοκρατορία, που σχεδόν όλοι ήθελαν και μπορούσαν να τη διαμελήσουν, επέζησε επί μακρόν και για την Ελλάδα και τις άλλες Βαλ-κανικές χώρες άργησε να ανατείλει ο ήλιος της ελευθερίας. Έτσι, όπως σημειώθηκε και παραπάνω, όταν λχ  ο Ευγένιος της Σαβοΐας καταδίωκε τους Οθωμανούς και σκόπευε να προελάσει ως τη Κωνσταντινούπολη, το 1684, οι Γάλλοι τον εμπόδισαν με απειλή πολέμου και επίθεση από τα νώτα του. Κάτι ανάλογο συνέβη και όταν οι Ρώσοι πορεύονταν προς τη Πόλη [1829], οι Δυτικοί παρενέβησαν για να τους εμποδίσουν.  

       [‘’Εάν μεγαλοφυείς άνδρες εκυβέρνων την πολιτικήν των Μεγάλων Δυνάμεων, μεγάλη  και ανεξάρτητος επικράτεια θα κατηρτίζετο κατά την Ευρωπαϊκήν Τουρκίαν όχι υπό παρακμασάντων Μωαμεθανών αλλά υπό νεάζοντος χριστιανικού λαού και τοιουτοτρόπως θα ετίθεντο όρια κατά της βαρβαρότητος και κατά του ρωσσικού κολοσσού και θα ησφαλίζετο δια παντός η νυν κινδυνεύουσα ησυχία της Ευρώπης Αλλ’ αντί των μεγάλων τουτων σχεδίων, ποία είναι τα των υπουργών της Γαλλίας; ποταπαί σχέσεις προς ένα πασά, ούτινος η εφήμερος ύπαρξις ομοιάζει την περικυλούσαν αυτόν άστατον άμμον της ερήμου’’ [ομιλία Γάλλου στρατηγού στο Γαλλικό κοινοβούλιο, βλ. Σπ. Τρικούπη, ό.π. τ. γ, σελ. 248].

       Οι Έλληνες πίστευαν ότι, ‘’Εκείνο που μας επιβραδύνη την ώραν της ελευθερίας είναι μόνον η αντιζηλία μερικών δυνάμεων της Ευρώπης’’ [Δ. Κόκκινου, ό.π. σελ. 66].

       Η ειρηνική διείσδυση των Δυτικών στην Οθωμανική αυτοκρατορία με εμπορικά, φορολογικά και οικονομικά προνόμια [διομολογήσεις] αλ-λά και η εκμετάλλευση του πλούτου στα κατακτημένα από τους Οθωμανούς εδάφη που τους έδωσε ή επέτρεψε ο Σουλτάνος [καθώς και η ανάσχεση της εξάπλωσης των Ρώσων] μετέβαλαν τη στάση των Δυτικών έναντι του Σουλτάνου και αυτή η στάση τους που ήταν υπέρ της ακεραιότητας της Οθωμανικής αυτοκρατορίας έπνιγε τα όνειρα των ραγιάδων για απελευθέρωση.

       Η Αυστρία, αρχικά, αν και ήθελε να διώξει μακριά από τα σύνορά της τους Οθωμανούς δεν ήθελε να ενισχυθεί η Ρωσία. Η Ρωσία ήθελε να οδηγήσει τους Σλαύους [πανσλαυισμός] και όλους τους Βαλκάνιους λαούς στη ζώνη επιρροής της και στη Κωνσταντινούπολη να βασιλέψει Ρώσος πρίγκιπας. Η Αυστρία φοβόταν μια ισχυρή Ρωσία και άρα, βραδύ-τερα, δεν ήθελε αποδυνάμωση της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Το ίδιο και η Αγγλία και η Γαλλία. Η Αγγλία δεν ήθελε μια ισχυρή Γαλλία και πάντα επιδίωκε μια ισορροπία δυνάμεων στην Ευρώπη και για λογαριασμό της ήθελε ελευθερία κινήσεων στους ωκεανούς και τις υπερπόντιες κτήσεις της. Όλοι, πάντως, καταλάβαιναν τη παρακμή της Οθωμανικής αυτοκρατορία και όλοι ήθελαν να επωφεληθούν. Όμως και η Αγγλία ήθελε, ως ανάχωμα της Ρωσικής εξάπλωσης και παρουσίας στην Ανατολική Μεσόγειο, που θα της έκοβε τον δρόμο προς το Σουέζ και την Ινδία, τη διατήρηση της Οθωμανικής αυτοκρατορίας ή έστω μια περιορισμένη ή σταδιακή, ελεγχόμενη, πάντως,  συρρίκνωσή της.

       Ο Άγγλος  Πιττ έλεγε, ‘’ Η άρκτος του βορά δεν πρέπει να κατέβει στο Αιγαίο. Αν η Ρωσία απωθήσει την Τουρκία από τη Βαλκανική η Μεσό-γειος θα γίνει Ρωσική θάλασσα και ο δρόμος προς τις Ινδίες θα κοπεί… Αρνούμαι να συζητήσω με όποιον δεν παραδέχεται  ότι η ακεραιότητα της Οθωμανικής αυτοκρατορίας είναι αναγκαία για τα Αγγλικά συμφέροντα’’. Αυτή ήταν [και είναι] η θέση-αξίωμα της Αγγλικής εξωτερικής πολιτικής και την ενστερνίζονται και οι ΗΠΑ σήμερα.

       Ίδια θέση στην Ελλάδα είχαν και οι Αγγλόφιλοι [Μαυροκορδάτος και καραβοκύρηδες της Ύδρας και των άλλων νησιών]. Ο Μαυροκορδά-τος έλεγε, ‘’καθ’ όσον εκτείνεται η Ελλάς να συστέλλωνται της Ρωσίας οι σκοποί’’.  Και με δική του υπόδειξη σε έγγραφό της 12ης Αυγούστου 1824 η Ελληνική κυβέρνηση προς την Αγγλία σημείωνε, ‘’Η Ελλάς…δια την γεωγραφικήν της θέσιν ημπορεί να γίνη ωφέλιμος εις τα συμφέροντα της Μεγάλης Βρεττανίας. Το εμπόριον ... που αλλού ημπορεί να λάβη μεγαλυτέραν ασφάλειαν παρά εις την δεξιάν χείραν της Ευρώπης ως… σχηματίζεται υπό της Ελλάδος; Ποίον άλλο σημείον…υποστηρίξεως δια την  Ευρωπαϊκήν ισορροπίαν ημπορεί η Αγγλία να εύρη παρά τα φυσικά οχυρώματα, μεταξύ των οποίων η Ελλάς είναι τεθειμένη;’’ [Σπ. Τρικούπη,  ό.π. τ. γ, σελ. 294].

      Την ίδια άποψη διατύπωνε και προς την Αυστρία, ‘’συμφέρει την Ευρώπη…να προλάβη την υπέρμετρον της Ρωσίας επέκτασιν’’, Μεσολόγγι, 5/17 Δεκεμβρίου 1824.  Η Αυστρία, πέραν του ότι δεν ήθελε ισχυρή Ρωσία, δεν ήθελε και πολιτειακή ή πολιτική μεταβολή σε βάρος ‘’της θεόθεν τεταγμένης εξουσίας των βασιλέων’’ και επικράτηση φιλελεύθερων ιδεών.

       Αντίθετα ‘’Η Αγγλία δεν εφοβείτο τας περί τα πολιτεύματα μεταβολάς, αλλά δεν ήθελε να ανατραπώσι τα κατά την Ανατολήν πράγματα, πεποιθυία ότι εκ της ανατροπής ταύτης η Ρωσία δια την γεωγραφικήν αυτής θέσιν και την ταυτότητα του θρησκευτικού δόγματος προς τους κατοίκους των χωρών τούτων ήθελε περιποιήσει εαυτή δυνάμεις επικινδύνους εις τα γενικά ευρωπαϊκά συμφέροντα…ο πρέσβυς της Αγγλίας, λόρδος Στράγκφορδ εφαίνετο … εμψυχών την Πύλην εις τας ακατανοήτους αυτής διαθέσεις και παρέχων αυτή την ελπίδαν ότι η αγρία εκείνη και ημαρτημένη πολιτεία ηδύνατο να επιτύχη την έγκρισιν και ίσως συνδρομήν του Βρεττανικού υπουργείου’’, Κ. Παπαρηγόπουλου, ό.π. τ. 6,  [αρ. 7], σελ. 28.

       Το Ανατολικό ζήτημα ήταν αρκετά μπερδεμένο. Στα ‘’παιχνίδια’’ των Μεγάλων ωστόσο εντασσόταν και μια μικρή χώρα στην άκρη της Βαλκανικής που σα μύτη χώνεται στη Μεσόγειο και μια πολύ μικρότερη γωνιά της, η Μάνη, στην άκρη-άκρη, λόγω της θέσης της και των ετοιμοπόλεμων τέκνων της, θα διαδραμάτιζε σημαντικό ρόλο. Η Μάνη βρέθηκε στους ανταγωνισμούς των δυνάμεων, σε ποιάς τη ζώνη επιρροής θα ενταχθεί, αρχικά Βενετιάς και Ισπανίας  και αργότερα, στον 18ο αιώνα, Αγγλίας, Γαλλίας και Ρωσίας. Η Ρωσία είχε υπέρ αυτής το ομόδοξο [της ορθοδοξίας] που διαλαλούσαν οι παπάδες, οι περιφερόμενοι ‘’προφήτες’’ και οι καλόγεροι [‘’ακόμη τούτη η άνοιξη, ραγιάδες, ραγιάδες…’’], η Αγγλία τη δύναμη των κανονιοφόρων στη θάλασσα και τη περιώνυμη Αγγλική διπλωματία και η Γαλλία τα σαλπίσματα της ελευθερίας από τη Γαλλική επανάσταση και τον διαφωτισμό. [Σε μια παραθαλάσσια, ωστόσο, χώρα θα κέρδιζε η ισχυρότερη ναυτική δύναμη, δηλαδή η Αγγλία που συνάμα είχε και τη καλλίτερη διπλωματία. Στη Μεσόγειο κυριαρχούσε ο Αγγλικός στόλος [η Μεσόγειος εθεωρείτο εσωτερική θάλασσα της Βρεττανικής αυτοκρατορίας όπως παλιά των Ρωμαίων]. Η Οθωμανική αυτοκρατορία ήταν ο μεγάλος ασθενής, κατά συνέπεια θα γινόταν, εν πολλοίς, υποχείριο της Αγγλίας. Αλλά και η πορεία της Ελλάδας είχε καθορισθεί πριν την επανάσταση].

        Η Ρωσία ξεκίνησε με τα Ορλωφικά και τον Λάμπρο Κατσώνη, η Γαλλία δραστηριοποιείται εντονότερα κατά τους Ναπολεόντειους  πολέμους που επιδιώκει να ηγεμονεύσει στην Ευρώπη ενώ η Αγγλία που ελέγχει το Γιβραλτάρ και τη Μεσόγειο [σε μεγάλο βαθμό] δεν θέλει άλλους διεκδικητές. Η Γαλλία ήθελε να περιορίσει τις Αγγλικές και Ρωσικές δραστηριότητες στη Μεσόγειο. Το ίδιο και η Αγγλία αλλά δεν μπορούσε να συνεργασθεί με την Γαλλία γιατί ανταγωνίζονταν μεταξύ τους. Στους ανταγωνισμούς τους οι δυνάμεις θα χρησιμοποιήσουν όλα τα μέσα, απειλές πολέμου, πολέμους, χρήματα, εξαγορές ισχυρών προσώπων της περιοχής ενδιαφέροντος, συνωμοσίες, μηχανορραφίες κλπ.

       Ας σημειώσομε μερικά γεγονότα και απόψεις παρατηρητών και ιστο-ρικών. Α] Φέρεται ότι αιτία της δολοφονίας του πρωτοκλέφτη Ζαχαριά Μπαρμπιτσιώτη [αιτία και όχι αφορμή] ήταν το ότι ήταν Γαλλόφιλος [Στ Καπετανάκη, ό.π. σελ 369] και για τον Καποδίστρια, αργότερα, ότι ήταν Ρωσόφιλος. Β] Ο διορισμός [των καπετάνιων και] του μπέη γινόταν από τους Οθωμανούς [συνήθως με μπαξίσι] αλλά οι Γάλλοι και οι Άγγλοι ασκούσαν την επιρροή τους και συνήθως διορίζονταν άνθρωποι της δι-κής τους επιλογής.  

       Από τους αρχηγούς των ισχυρών οικογενειών της Μάνης άλλοι ήσαν Αγγλόφιλοι, άλλοι Γαλλόφιλοι κι άλλοι Ρωσόφιλοι. Ωστόσο δεν υπήρχε και μεγάλη σταθερότητα στις σχέσεις και οι Μανιάτες καπετάνιοι στρέφονταν συνήθως προς τον ισχυρότερο ή εκείνον που θα τους έδινε τα περισσότερα χρήματα και θα τους εξασφάλιζε το μπεηλίκι. Οι Μανιάτες δεν ήσαν διαιρεμένοι μόνο λόγω οικογενειακών ερίδων [γδικιωμών] αλά και για το ποιος θα γίνει ισχυρότερος, να καταλάβει τα αξιώματα. Και βεβαίως υπήρχαν και οι οικονομικοί και πολιτικοί λόγοι με τις φιλίες προς τους ξένους, τα ξενικά κόμματα, που συνέχισαν να δρουν και μετά το 1821. Ο Τζανήμπεης Γρηγοράκης ήταν Ρωσόφιλος και Γαλλόφιλος, άλλοι από το σόι του Αγγλόφιλοι. Ο Κουμουνδουράκης Αγγλόφιλος, ο Κουτήφαρης Ρωσόφιλος, ο Αντωνόμπεης Γρηγοράκης αγγλόφιλος [βλ. Σταύρου Καπετανάκη, ό.π. σελ. 269, 272, 296, 340]. Μέχρι και του Αλή πασά της Ηπείρου τη διαμεσολάβηση ζητούσαν για να πάρουν το μπεηλίκι [Α. Λιγνού, Αρχείο κοινότητος Ύδρας, τ. 6, σελ. 312]. Και ο ένας συκοφαντούσε τον άλλον στους Οθωμανούς και τους Δυτικούς καθώς αντα-γωνίζονταν ποιος θα πάρει την εύνοιά τους. Ο Κουμουνδουράκης λχ αποκάλυψε στην Υψηλή Πύλη την επικοινωνία Τζανήμπεη Γρηγοράκη με τον Ναπολέοντα για να γίνει μπέης [Στ. Καπετανάκη, ό.π. σελ. 343]. Ο Πέτρος Μαυρομιχάλης έδινε πληροφορίες στους Γάλλους για τα δια-δραματιζόμενα στη Μάνη και τις κινήσεις των υποστηρικτών των Άγ-γλων και Ρώσων [Στ. Καπετανάκη, ό. π. σελ. 361]. Για τον ίδιο λεγόταν  ότι ‘’πουλιόταν σε όλα τα έθνη’’ [Στ. Καπετανάκη, ό.π. σελ. 414] και ο ίδιος έλεγε, ‘’υπηρετώ τους Γάλλους 30 χρόνια’’ αλλά γινόταν, κατά τις περιστάσεις, και Αγγλόφιλος επιδιώκοντας βοήθεια για να γίνει μπέης. Είχε κατηγορηθεί ότι ‘’υποκρινόταν τον οπαδό περισσοτέρων ξένων δυνάμεων, πχ  Γάλλων και Άγγλων, προκειμένου και οι δυο τον υποστηρίξουν  στην επιλογή του ως μπέη της Μάνης’’  [Στ. Καπετανάκη, ό.π. σελ. 304] ‘’Ο Πετρούνης Μαυρομιχάλης  βλέποντας ότι οι Άγγλοι  υποστηρίζουν πολλούς  για το αξίωμα του μπέη της Μάνης  προτίμησε να ζητήσει και τη φιλία των Γάλλων’’ [Στ. Καπετανάκη, ό.π. σελ. 421]. Ο Γάλλος πρόξενος στη Πάτρα  έγραφε [Στ. Καπετανάκη, ό.π. σελ. 402], ‘’…Οι Μανιάτες είναι πουλημένοι στους Άγγλους, οι οποίοι δεν σταματούν να στρατολογούν ανάμεσά τους…’’. Τον Ιούνιο του 1806 ο Άγγλος πρόξενος στη Πάτρα πήρε εντολή από τον Άγγλο πρόξενο  στον Αλή πασά να χρηματοδοτήσει τον Αντωνόμπεη Γρηγοράκη με 1.500 γρόσια. Οι ξένοι διαμεσολαβούσαν στον Σουλτάνο για την αποφυλάκιση ή επάνοδο από την εξορία ισχυρών Μανιατών [Στ. Καπετανάκη, ό.π. σελ. 376]. Ο Πέτρος Μαυρομιχάλης  έταξε στον Άγγλο περιηγητή [κατάσκοπο] Leake  ένα σώμα από δυο χιλιάδες άνδρες για να υπηρετήσουν στην Αγγλία και συγγενής του έκανε ανάλογη προσφορά για εργάτες στη στεριά [Στ. Καπετανάκη, ό.π. σελ. 374]. Για να στρατολογήσουν οι Δυτικοί Μανιάτες απευθύνονταν στους καπετάνιους και τον μπέη και αυτοί τους βοηθούσαν. [Με το αζη-μίωτο;] Οι ξένοι έστελναν πυρομαχικά και χρήματα στους ισχυρούς Μα-νιάτες για να τους προσεταιριστούν. Το 1803 οι Γάλλοι έστειλαν πυρομαχικά και όπλα στον Τζανήμπεη Γρηγοράκη και έπαιρναν πληροφορίες από τον Μαυρομιχάλη [Στ. Καπετανάκη, ό.π. σελ 360, 361 και 362]. Όπλα έστειλαν και στον Τζανήμπεη Κουτήφοαρη για την επάνοδο του οποίου από την εξορία  διαμεσολάβησαν στην Υψηλή Πύλη. Οι Άγγλοι όταν μάθαιναν από πληροφοριοδότες τους τις αποστολές όπλων στη Μά-νη των Γάλλων τους μαρτυρούσαν στον Σουλτάνο. Το ίδιο έκαναν και οι Γάλλοι για τις Αγγλικές αποστολές [Ε. Αγγελομάτη-Τσουγκαράκη, περ. Λακωνικαί σπουδαί, τ. 10 [1990], σελ.339]. ‘’…Οι Άγγλοι διατάζουν στη Μάνη και η Πύλη τους ακολούθησε ονομάζοντας μπέη αυτόν που η αγγλική αποστολή του υπέδειξε…’’, έγραψε στις 29 Ιουνίου 1812 ο Γάλλος πρόξενος στη Πάτρα Roussel, [Στ. Καπετανάκη, ό.π. σελ. 426 και  Κ. Σιμόπολου, Ξένοι τακιδιώτες στην Ελλάδα, Γ2, σελ. 127]. ‘’… Η υπόθεση των Ελλήνων δεν ήταν ένα παιχνιδάκι αλλά απλά αντιπαράθεση συμφερό-ντων των δυο αντίπαλων δυνάμεων…’’[Στ. Καπετανάκη, σελ. 447].‘’…Ο Αντωνόμπεης από κοινού με τους Άγγλους που τον στήριζαν με το χρυσάφι…’’ [βλ. επιστολή Πέτρου Μαυρομιχάλη που δημοσιεύει ο Στ. Καπετανάκης, ό. π. σελ. 448] και στην ίδια επιστολή, ‘’Ένα ποσόν 50.000 πιάστρων μου ζητήθηκε για να πάρω το μπεηλίκ ι…’’  [Στ. Καπετανάκη, ό.π. σελ. 449] και τα ζητούσε από τους Γάλλους για να γίνει μπέης και να πορευτεί στη γραμμή τους και εκείνοι του συνέστησαν έναν έμπορο που μπορούσε να τον δανείσει 20.000 γρόσια [Στ. Καπετανάκη, ό. π. σελ. 450-51]. Παρείχε, επίσης, ο Μαυρομιχάλης προστασία στο Γαλλικά εμπορικά πλοία με αμοιβή [Στ. Καπετανάκη, ό.π. σελ 443]. Το 1797 ο Τζανήμπεης Γρηγοράκης έστειλε επιστολή στον Ναπολέοντα ζητώντας του να επέμβει για την απελευθέρωση των Ελλήνων [Στ. Καπετανάκη, ό. π. σελ. 333-6].

       Οι σχέσεις των ισχυρών Μανιάτικων οικογενειών με τους Δυτικούς ήταν στενές και πυκνές. Ουσιαστικά λίγο πριν το 1821 στη Μάνη υπήρχαν τρία κόμματα, το Αγγλόφιλο, Γαλλόφιλο και Ρωσόφιλο. Οι Δυτικοί χρησιμοποιούσαν τους Μανιάτες τοπάρχες μπέηδες και καπετάνιους, εν ενεργεία, υποψήφιους ή πρώην και πάλι υποψήφιους, για να έχουν ερείσματα στη περιοχή που θα τα χρησιμοποιούσαν για τη δημιουργία προτε-κτοράτου, διευκόλυνσης του θαλάσσιου εμπορίου και προπάντων για την επίλυση του Ανατολικού ζητήματος [διαμελισμό της Οθωμανικής αυτοκρατορίας]. Οι Μανιάτες σοϊλήδες, από την άλλη, επεδίωκαν τη βοήθεια των ξένων για την απόκτηση αξιώματος [καπετάνιου ή μπέη] και μέσω του αξιώματος τον πλουτισμό.

       [Πάντως, αδιάφορα πως οι σοϊλήδες αποκτούσαν τα αξιώματα [δη-λαδή με την εύνοια των ξένων], οι αδύναμοι ‘’έτρεμαν’’ τους καπεταναί-ους και τους μπέηδες και εκείνοι τους φέρονταν  εξουσιαστικά. Φέρεται [Μάουερ, Ο Ελληνικός λαός] ότι μια φορά ο Πετρόμεπης είπε σε κάποιον αδύναμο που του ‘’αντιμίλησε’’, ‘’Άνθρωπε χθεσινέ, τολμάς να αναμετρηθείς με εκείνον του οποίου η καταγωγή είναι τόσο παλαιά όσον αι κορυφαί του Ταϋγέτου;’’. [Για τη καταγωγή του μαύρο-Μιχάλη βλ. εργασία μου, Τα αίτια ακμής της Αρεόπολης και παρακμής του Οιτύλου].

        [Υπάρχει ένα διεθνές αξίωμα, ‘’κλαρίνο στον ισχυρό και κλωτσιές στον αδύναμο’’. Αυτό ίσχυε σε όλες τις εποχές].

       Αυστροουγγρική αυτοκρατορία. Η αυτοκρατορική Βιέννη των Αψβούργων πολιορκήθηκε δυο φορές από τους Οθωμανούς. Τη πρώτη το 1529, σε χρόνους ορμητικής Οθωμανικής εξάπλωσης στη Κεντρική Ευρώπη και τη δεύτερη το 1683 που το Οθωμανικό θηρία άρχισε να ‘’ξεδοντιάζει’’. Και τις δυο οι Οθωμανοί απέτυχαν χάρη στην υπεροχή των Ευρωπαϊκών όπλων [τηλεβόλων]. Βέβαια η προέλαση των Οθωμανών προς τη Δύση βράδυνε από τους αγώνες του Βυζαντίου και των άλλων Βαλκανικών λαών [αλλά και από την επιδρομή του Μογγόλου Ταμερλά-νου στη Μικρά Ασία που συνέτριψε τους Τούρκους, στη μάχη της Άγκυρας, το 1402, και για πενήντα χρόνια δεν μπορούσαν να συνέλθουν]. Αν πριν την εφεύρεση των κανονιών οι Οθωμανοί είχαν φθάσει προ των πυλών της Βιέννης τότε με την ορμή του κατακτητή που είχαν ίσως να έφθαναν στη Μάγχη.

      Μετά τα πράγματα αντιστράφηκαν. Όπως έχει σημειωθεί, το 1684, ο Ευγένιος της Σαβοΐας με Αυστριακές και άλλες συμμαχικές δυνάμεις κα-ταδίωκαν τους Οθωμανούς ως το Βελιγράδι και θα κατέβαιναν στη Βαλκανική με σκοπό να προελάσουν ως τη Κωνσταντινούπολη αλλά ένας αναπάντεχος [;] ‘’σύμμαχος’’ των Οθωμανών, οι Γάλλοι, που είχαν κλείσει εμπορικές συμφωνίες [διομολογήσεις] με τους Οθωμανούς, κινήθη-καν στα δυτικά σύνορα της Αυστριακής αυτοκρατορίας και υποχρέωσαν τους Αυστριακούς να σταματήσουν. Δεν ήταν η μόνη φορά που η Οθω-μανοί, την ύστατη ώρα, σώζονταν. Το 1715 πάλι οι Αυστριακοί θα υπερφαλαγγίσουν τους Οθωμανούς αλλά το όνειρο των Ελλήνων για ελευθε-ρία δεν θα πραγματοποιηθεί. Με τη συνθήκη του Πασσάροβιτς [1718] εξαιτίας του ανταγωνισμού των Δυτικών, αναβλήθηκε ακόμη για δυο αιώνες ο διαμελισμός της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. [Αργότερα οι Αυ-στριακοί θα γίνουν υπέρμαχοι της ακεραιότητας της Οθωμανικής αυτο-κρατορίας για να μην εξεγερθούν κατά της Αυστρίας οι υπόδουλοι σ’ αυτήν λαοί, Ιταλοί, Σέρβοι, Κροάτες, Ούγγροι, ενδυναμώσει η Ρωσία και κατέβει νότια, εντάσσοντας στη ζώνη επιρροής της Βαλκάνιους λαούς. Στα πλαίσια αυτής της πολιτικής τους, ο Ρήγας, ως ανατρεπτικό στοιχείο, επικίνδυνος για τη διάλυση της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, θα παραδο-θεί από την αστυνομία της Αυστρίας στους Οθωμανούς και ο Μέττερνιχ, αργότερα, με την Ιερή συμμαχία θα συνεχίσει στην ίδια πολιτική γραμμή της προστασίας των μοναρχικών κάθεστώτων γιατί όπως έλεγε ‘’μόνον οι μονάρχες έχουν δικαίωμα να καθορίζουν τις τύχες των λαών και ευθύνο-νται μόνον απέναντι του θεού’’, καθόσον η εξουσία τους ήταν ‘’θεόθεν τεταγμένη’’. [‘’Δια την Αυστρίαν ο συλληφθείς Έλλην [σσ Ρήγας] ήτο ένας εχθρός. Εσκόπευε να κηρύξη την επανάστασιν  εις την τουρκικήν αυτοκρατορίαν, της οποίας η Αυστρία ήθελε την ησυχίαν και την ακεραιότητα έως τότε που θα κατόρθωνεν αυτή να καταλάβη τα τμήματα των τουρκικών  εδαφών προς τα οποία απέβλεπε. Και δεύτερον, ο Ρήγας ήθελε να δημιουρ-γήση μιαν δημοκρατίαν. Η αστυνομία εξακρίβωσε το επαναστατικόν του σχέδιον. Το σημειώνει η ανακριτική έκθεσις… Είχε την απόφασιν να μεταβή εις την χερσόνησον της Πελοποννήσου, κειμένην κατά την Μεσόγειον θαλασσαν, προς τους εκεί κατοικούντας Έλληνας στασιαστάς, τους Μανιάτας, απογόνους όντας των αρχαίων Σπαρτιατών’’ [Δ. Κόκκινου, ό.π. σελ. 6].

       Οι Έλληνες πίστευαν ότι, ‘’Εκείνο που μας επιβραδύνη την ώραν της ελευθερίας είναι μόνον η αντιζηλία μερικών δυνάμεων της Ευρώπης’’ [Δ. Κόκκινου, ό.π. σελ. 66].

        Γαλλία. Με ‘’την εντεύθεν και εκείθεν των Άλπεων Γαλατία’’, όπως την έλεγαν οι Ρωμαίοι, οι Έλληνες είχαν επικοινωνία από την εποχή του β΄ αποικισμού [6ος πΧ αιώνας]. Η Μασσαλία λχ ήταν Ελληνική αποικία. Τη Φραγκοκρατία, για την οποία έγινε λόγος παραπάνω, γνώρισαν και οι Μανιάτες [κάστρο Πασσαβά, κάστρο Μαΐνης]. Μετά την αποδυνάμωση των Ισπανών στη Μεσόγειο οι Μανιάτες θα στραφούν στον πρίγκιπα του Νεβέρ [1618] και θα ζητήσουν τη βοήθειά του για την αποτίναξη του Οθωμανικού ζυγού. Όμως ‘’ο δουξ του Νεβέρ υπήρξεν απλούν όργανον της Γαλλικής Κυβερνήσεως, ποθούσης ίσως μόνον την ματαίωσιν των σχεδίων του βασιλικού της Ισπανίας οίκου, όστις συνεννοείτο [τότε] μετά των Ελλήνων της Μάνης’’ Εθνικόν ημερολόγιον του έτους 1866, Μαρίνου Π. Βρετού, έτος στ΄, Παρίσι-Αθήνα 203.-Πάντως ‘’αν εκ του αποτελέσματος απέβη ενύπνιον, ήτο ένδοξον ενύπνιον επτά ετών, παγιούμενον, ούτως ει-πείν, δια περιστάσεων πραγματικών, αίτινες εμψύχωσαν, κατά το διάστημα τούτο, την Λακωνίαν και απέδωκαν είδος τι πολιτικής υπάρξεως εις τον μηδέποτε εντελώς δαμασθέντα τούτον τόπον…’’, ‘’Πανελλήνιον 1853, νο 20,21 και 22. Γιατί και οι Ισπανοί την ίδια εποχή βολιδοσκοπούσαν, είχαν επαφές με Αλβανούς, Σέρβους και Έλληνες για εξέγερση κατά των Οθωμανών και η μια Δυτική δύναμη κοίταζε να προλάβει και να εμποδίσει την άλλη.

       Από τα μέσα του 18ου αιώνα, αν όχι από τις αρχές του, αφού οι Δυ-τικοί είχαν αναχαιτίσει το Οθωμανικό θηρία [β΄ πολιορκία της Βιέννης το 1683, συνθήκη του Κάρλοβιτς το 1699, συνθήκη του Πασσάροβιτς το 1718] και είχαν διαπιστώσει ότι οδηγείτο σε παρακμή, οι Γάλλοι [και οι Άγγλοι] θα στρέφονταν, αρχικά, για εμπορικούς λόγους στην Ανατολική Μεσόγειο, δηλαδή στον Σουλτάνο [διομολογήσεις], αναζητώντας, βραδύτερα, για συντομία, διέξοδο από το Σουέζ προς τις Ινδίες και την Ινδοκίνα, αλλά και για την αντιμετώπιση του Ανατολικού ζητήματος με τη δι-πλωματία και με τους στόλους τους.

       Χάρη του εμπορίου στην Ανατολική Μεσόγειο οι Δυτικοί θα επιδιώκουν τη καταπολέμηση της πειρατείας και θα προσλαμβάνουν Μανιάτες για τη προστασία των εμπορικών τους πλοίων. [Ο Μαυρομιχάλης λχ στις 20 Ιουλίου 1780 ζήτησε να αναλάβει τη προστασία των Γαλλικών εμπο-ρικών πλοίων με 750 γρόσια τον μήνα. [Βλ. Κ. Σιμόπουλου, Ξένοι ταξι-διώτες στην Ελλάδα, τ. Β, σελ. 600].

       Οι Μανιάτες είχαν αφουγκραστεί και ελπίσει στα σαλπίσματα της Γαλλικής επανάστασης [1789] και ζητούσαν τη συνδρομή των Γάλλων ιδία του Ναπολέοντα που καταγόταν από τη Κορσική, όπου και Μανιάτικη παροικία και μερικοί θεωρούσαν [και θεωρούν] ότι καταγόταν από Μανιάτες μετανάστες. Αλλά η άφιξη στη Μάνη των Στεφανοπουλαίων που κατάγονταν από το Οίτυλο και είχαν μεταναστεύσει στη Κορσική, ή έκθεση που συνέταξαν για τους Μανιάτες, η αλληλογραφία [1797] του Τζανήμπεη Γρηγοράκη [Τζανετάκη] με τον Ναπολέοντα που του ζητούσε να επέμβει στο Ελληνικό ζήτημα δεν απέδωσε [Στ. Καπετανάκη, ό.π. σελ. 335] και ο Ναπολέων στρεφόταν σε νέες κατακτήσεις προς την Αίγυπτο και τη Ρωσία και όχι προς τα εδάφη της Οθωμανικής αυτοκρατορίας στη Βαλκανική. Αν ο Ναπολέων κήρυττε πόλεμο στον Σουλτάνο ή εισέβαλε στη Πελοπόννησο οι Άγγλοι είχαν σχεδιάσει να τον προλά-βουν και να τη καταλάβουν πρώτοι αυτοί αλλά οι Γάλλοι θεωρούσαν ότι λόγω της αγγλικής υπεροχής στη θάλασσα υπήρχε κίνδυνος να εγκλωβιστούν στη Πελοπόννησο [Στ. Καπετανάκη, ό.π. σελ. 415 και 423]. Κατά μια [ασθενή] εκδοχή ο Ναπολέων φέρεται ότι συζητούσε με τους Ρώσους επίθεση κατά του Σουλτάνου και ζητούσε οι Ρώσοι να περιορι-στούν ως τις Παραδουνάβιες επαρχίες, εκείνος δε να καταλάβει τη Κων-σταντινούπολη. Οι Ρώσοι όμως ήθελαν γι’ αυτούς τη Πόλη και έτσι δεν υπήρξε συμφωνία [Στ. Καπετανάκη, ό.π. σελ. 446].

       Ο Ναπολέων σκεπτόταν ότι, ‘’Η Ελλάδα και η Πελοπόννησος ανήκουν στη Δύναμη που κατέλαβε την Αίγυπτον. Ανήκουν σε μας. Και βορειό-τερα η Κωνσταντινούπολη με τις επαρχίες της, θα σχηματίση ένα ανεξάρ-τητο βασίλειο, φραγμό στη Ρώσικη δύναμη…’’ [Κ. Σιμόπουλου, Ξένοι ταξιδιώτες στην Ελλάδα, τ. β, [1973], σελ. 725]. Επίσης σημείωνε, ‘’Η Ελλάς, η Πελοπόννησος τουλάχιστον, οφείλει να είναι ο κλήρος της ευρωπαϊ-κής δυνάμεως που θα καταλάβη την Αίγυπτον. Και πρέπει να είναι ιδικός μας, Και έπειτα προς βορράν πρέπει να σχηματισθή ένα ανεξάρτητον βασί-λειον, η Κωνσταντινούπολις με τας επαρχίας, δια να χρησιμεύση ως φραγμός εις την ρωσσικήν δύναμιν’’ [Δ. Κόκκινου, ό.π. τ. α, σελ. 62]. Και περαιτέρω θεωρείται ότι είπε ο Ναπολέων, ‘’Δεν θα υποστηρίξω πουθενά επαναστάτες. Θα κλείσω τον Βόσπορο στους Ρώσους, θα κλείσω όλα τα λιμάνια, θ’ αποδώσω στη Πύλη την απόλυτη εξουσία της  επάνω στη Μολδαβία και Βλαχία. Δεν θέλω να μοιράσω την αυτοκρατορία της Κωνσταντινουπόλεως, έστω και αν ήθελαν να μου προσφέρουν τα τρία τέταρτα της δεν τη θέλω καθόλου. Θέλω να ενισχύσω και να στερεώσω αυτή τη μεγάλη αυτοκρατορία και να τη χρησιμοποιήσω σαν προμαχώνα εναντίον της Ρωσίας’’ [Δ. Μέξη, ό. π. σελ. 382].

       Η ειρηνική διείσδυση των Δυτικών στην Οθωμανική αυτοκρατορία με εμπορικά, φορολογικά  και οικονομικά προνόμια [διομολογήσεις] αλλά και η εκμετάλλευση του πλούτου στα κατακτημένα από τους Οθωμανούς εδάφη που τους έδωσε ή επέτρεψε ο Σουλτάνος [καθώς και η ανάσχεση της εξάπλωσης των Ρώσων] μετέβαλαν τη στάση των Δυτικών έναντι του Σουλτάνου και αυτή η στάση τους που ήταν υπέρ της ακεραιό-τητας της Οθωμανικής αυτοκρατορίας έπνιγε τα όνειρα των ραγιάδων για απελευθέρωση.

      Αγγλία. Μετά της συντριβή της αήττητης αρμάδας [και την Ισπανική υποχώρηση] το 1588 η Αγγλία σχεδόν ανενόχλητη απλώνει, ολοένα και περισσότερο, τα φτερά της και ο Αγγλικός λέων βρυχάται σε στεριές και θάλασσες, σ’ όλη την οικουμένη, με τη Γαλλία μόνο της αντίπαλος. Το 1704 η Αγγλία θα αποκτήσει τον έλεγχο του Γιβραλτάρ [με επικύρωση από την ειρήνη της Ουτρέχτης το 1713 που ακόμη κατέχει] και έτσι θα διεισδύσει στη Μεσόγειο και εκ των πραγμάτων [ως θαλασσοκράτειρα] θα ασχοληθεί με τον ‘’μεγάλο ασθενή’’ και το ανατολικό ζήτημα, την Οθωμανική αυτοκρατορία αλλά και με τους ραγιάδες και τη Μάνη, που ‘’χώνεται’’ στη Μεσόγειο. Η γηραιά Αλβιώνα, που εκτός των άλλων, ‘’έβλεπε’’ το [κλειστό, τότε] Σουέζ και τον [συντομότερο] δρόμο για τις Ινδίες, θα αντιληφθεί  αμέσως την σημασία της θέσης της Μάνης και της Πελοποννήσου αλλά και το αξιόμαχο των Ελλήνων ναυτικών και ιδία των Μανιατών. [Ο ναύαρχος Νέλσων κατά τους Ναπολεόντειους πολέ-μους είχε εκφράσει τον θαυμασμό του στον Μιαούλη που κατάφερνε να διασπά τους Αγγλικούς αποκλεισμούς].

      Η Αγγλία ήθελε ισορροπία δυνάμεων στην Ευρώπη και η ίδια να εί-ναι ανενόχλητη για να απλώνεται στις αποικίες της στην Αμερική, την Αφρική, την Ασία και την Ωκεανία. Όποτε κάποια Ευρωπαϊκή δύναμη ισχυροποιείτο η Αγγλία έφτιαχνε συνασπισμούς εναντίον εκείνης της δύναμης που απειλούσε να διαταράξει την ισορροπία δυνάμεων. Ως προς την Οθωμανική αυτοκρατορία η Αγγλία δεν επεδίωκε τη κατάρρευσή της γιατί ήθελε να τη χρησιμοποιήσει ως ανάχωμα, εμπόδιο στη κάθοδο της Ρωσίας στη Μεσόγειο, όπως σημειώνεται παραπάνω. [Η Τουρκία,  ουσιαστικά και σε μεγάλο βαθμό, σώθηκε από την Αγγλία γι’ αυτόν, κυρίως, τον λόγο].

      Η Αγγλία  σκόπευε να καταλάβει τη Πελοπόννησο, σε περίπτωση που ο Ναπολέων, αφού κατέλαβε τα Επτάνησα [1797], θα κήρυττε πόλε-μο στον Σουλτάνο [και κατά συνέπεια θα τον συνέτριβε]. Η θαλασσοκράτειρα δεν θα μπορούσε να ανεχθεί η μεγάλη επιρροή που είχε η Γαλλία στην Αίγυπτο να επεκταθεί  και στην Ελλάδα. Δεν ήθελε να χάσει τον έλεγχο της Μεσογείου. Και ως προς τις ζώνες επιρροής η Αγγλία θα έκα-νε ό,τι μπορούσε για να μην ενταχθεί το νεοσύστατο Ελληνικό κράτος υπό Γαλλική ή Ρωσική επιρροή και όταν η Ρωσία πρότεινε αυτονομία των Ελλήνων η Αγγλία υπερθεμάτισε για την ανεξαρτησία τους. Πάντως ήθελε μικρή την Ελλάδα, μόνο στη Πελοπόννησο, και επενέβη αρκετά στα πολιτικά πράγματα της χώρας για να ενισχύσει το φιλοαγγλικό κόμμα [πλοιοκτήτες, Μαυροκορδάτο κλπ] ακόμη και με τη χορήγηση δανείων. [Εξάλλου πολλοί μιλούν για συνωμοσία ξένων παραγόντων για τη δολοφονία του Καποδίστρια από τους Μαυρομιχαλαίους, επειδή αυτός ναι μεν θεωρήθηκε ότι α] πρόσβαλε τον Πετρόμπεη [και άρα ο τελευταίος έπρεπε να υπακούσει στον Μανιάτικο νόμο του γδικιωμού] αλλά και β] ακολουθούσε ο κυβερνήτης, κατά τους Δυτικούς, φιλορωσική πολιτική].

       Και η Αγγλική πολιτική άλλαξε στο Ελληνικό ζήτημα από τον Κάννιγκ [1823] επειδή αυτός διείδε ότι θα ήταν προτιμότερο στην Ανατολική Μεσόγειο να υπήρχε ένα μικρό κράτος [περίπου στα όρια της Πελοποννήσου] ως ‘’χρήσιμος συνεργάτης’’ των θαλασσοπόρων Άγγλων, το οποίο δεν θα ήταν στη ζώνη επιρροής της Ρωσίας -την οποία θεωρούσε υποκινητή της Ελληνικής επανάστασης- και συνάμα δεν θα αποτελούσε απειλή στην Οθωμανική αυτοκρατορία η οποία θα απέκλειε κάθοδο των Ρώσων από τα Στενά. Εξάλλου ένα ισχυρό Ελληνικό κράτος με παράδοση και ικανότητα ναυτοσύνης σίγουρα θα ήταν ανταγωνιστικό στον εμπορικό στολο της Αγγλίας και θα έφερνε εμπορικές και οικονομικές αναστατώσεις και ανακατατάξεις στη Μεσόγειο. Και οι Έλληνες ήταν ικανοί ναυτικοί. Έτσι η Αγγλία δεν ήθελε, κατά τις συζητήσεις για το Ελληνικό ζήτημα [1823-1830], η Κρήτη να ενσωματωθεί στο νεοελληνικό κράτος [Π. Καρολίδου, Ιστορία των Ελλήνων, Ι, 392] και πολλές προσπάθειες έκανε, σε διάφορες περιστάσεις, να ελέγξει την Ελληνική υπόθεση.

      ΟΙ Άγγλοι χρειάζονταν, ως έχει σημειωθεί, ασφαλή διέλευση στην Ανατολική Μεσόγειο, στον θαλάσσιο δρόμο για το Σουέζ και τις Ινδίες. Για την Αγγλία η απέραντη Ινδία ήταν ανεκτίμητος θησαυρός, η πλουσιότερη αποικία, το διαμάντι του Αγγλικού στέμματος. Ο δρόμος από τον Ατλαντικό, με τον περίπλου της Αφρικής, από το ακρωτήρι της Καλής Ελπίδος, ως τον Ινδικό ωκεανό ήταν ατέλειωτος. Αντίθετα ο δρόμος από Γιβραλτάρ, Σουέζ, Ερυθρά θάλασσα ήταν πολύ πιο σύντομος και τα κέρδη περισσότερα. Χρειαζόταν, λοιπόν, η Αγγλία τη Μεσόγειο.

      [Αρκετοί Μανιάτες [αλλά και άλλοι από τους υπόλοιπους Έλληνες] είχαν αντιληφθεί τη πολιτική και διπλωματία της Αγγλίας  και έτσι…

     ως αστείο λέγεται ότι σε κορυφή λόφου της Ακροταιναρίου περιοχής ένας τσοπανάκος που έβοσκε τα πρόβατά του είδε ανοιχτά του πελάγους ένα καράβι να πλέει από την Δυτική Μεσόγειο προς την Ανατολική. Επειδή υπέθεσε ότι ήταν Εγγλέζικο πολεμικό και ερχόταν να καταλάβει τη Μάνη, καταλήφθηκε από οργή και άρχισε να βρίζει και να πετά πέτρες για να χτυπήσει τους επιτιθέμενους ως νέος Δον Κιχώτης. Μετά από λίγο τα πλοίο χάθηκε στον ανοιχτό ορίζοντα. Ο βοσκός θεώρησε ότι το πλοίο τον φοβήθηκε και με ικανοποίηση είπε, ‘’Άτιμη Ιγκλετέρα, αν σου πήζει [σσ αν κοτάς, αν τολμάς] έλα. Εδώ είναι Μάνη’’. Ο αγαθός ποιμήν που νόμιζε ότι διέσωσε την ελευθερία του τόπου του δεν γνώριζε ότι στην Αγγλία είχε επιδοθεί [1825] η λεγόμενη ‘’πράξη υποτέλειας’’ [πράξη υποταγής, act of submission] με την οποία ‘’Το Ελληνικόν Έθνος…θέτει εκουσίως την ιεράν παρακαταθήκην της αυτού Ελευθερίας, Εθνικής Ανεξαρτησίας και της πολιτικής αυτού υπάρξεως υπό την μοναδικήν υπεράσπισιν της Μεγάλης Βρεττανίας’’.

      [Από τους λίγους που εναντιώθηκαν ήταν  ο Δημήτριος Υψηλάντης].

      Ρωσία. Αφότου, στις αρχές του 18ου αιώνα,  η Ρωσία [Ρωσσία] απέ-κτησε διέξοδο, πρώτα στη Βαλτική θάλασσα και ακολούθως στον Εύξει-νο Πόντο, ονειρευόταν να ενώσει υπό την ηγεσία της τους Σλάβους [Πανσλαβισμός], να διώξει τους Οθωμανούς από τα Βαλκάνια, στον θρόνο της Κωνσταντινούπολης ‘’να ανεβεί’’ Ρώσος πρίγκιπας και η ίδια να βγει στο Αιγαίο και τη Μεσόγειο. [Αυτό που δεν ήθελαν οι Δυτικοί]. Στους σχεδιασμούς της τσαρίνας Μεγάλης Αικατερίνης [1762-1796], κατά τους πολέμους της με τους Οθωμανούς, συμπεριλαμβανόταν και η Ελ-λάδα με τη Μάνη. Το 1769 από τη Βαλτική, δια του Γιβραλτάρ, έστειλε μικρό στόλο στη Πελοπόννησο να ξεσηκώσει του Μανιάτες και τους άλλους Πελοποννήσιους, για αντιπερισπασμό κατά των Οθωμανών και ενώ ο Ρωσικός στρατός επετίθετο εναντίον των Οθωμανών στη Βορειοανα-τολική Βαλκανική [1768-1774].‘’Οι Έλληνες ήρχισαν αποστρέφοντες το πρόσωπον εκ της Δύσεως και τότε πρώτον ήρξαντο συλλογιζόμενοι την εν Άρκτω ύπαρξιν κράτους ομοδόξου δι’ ου ηδύναντο να κατορθώσωσι την απελευθέρωσιν αυτών’’. [Κ. Σάθας Τουρκοκρατούμενη Ελλάς σελ. 177].  Πράκτορες ήρθαν από τη Ρωσία και με τη βοήθεια ντόπιων που ποθούσαν ελευθερία αλλά και παπάδων και καλογέρων, λόγω ομοδοξίας, διέδιδαν προφητείες και έλεγαν ότι έβλεπαν οράματα και οπτασίες θρησκευ-τικές, που προμήνυαν την απελευθέρωση της Ελλάδας από το ‘’ξανθό γέ-νος’’. ‘’Ακόμα τούτ’ την άνοιξη, ραγιάδες ,… όσο νάρθη ο Μόσκοβος να φέρη το σεφέρι’’. Η εξέγερση στη Πελοπόννησο απέτυχε και οι Έλληνες δεινοπάθησαν από τους Τουρκαλβανούς. Είναι τα γνωστά Ορλωφικά. 

       Και μετά τη λήξη του επόμενου Ρωσοτουρκικού πολέμου [1787-1792] ο Λάμπρος Κατσώνης, αξιωματικός του Ρωσικού στρατού, συνεχίζοντας τον πόλεμο κατά των Οθωμανών, θα αγκυροβολήσει με τα πλοία του στο Πόρτο-Κάγιο, καλώντας σε εξέγερση και συστράτευση τους Μανιάτες αλλά ο μπέης της Μάνης Τζανής [Τζανήμπεης] Γρηγοράκης, κατ’ εντολή της Υψηλής Πύλης, του ζήτησε να φύγει  απειλώντας άλλως να στραφεί εναντίον του.  

       Όμως και η Ρωσία δεν ήθελε ισχυρό Ελληνικό κράτος γιατί αυτό θα ήταν λόγω γειτνίασης με τη θάλασσα φιλικό προς την Αγγλία και τη Γαλλία, θα δέσποζε των άλλων Βαλκανικών που ως Σλαβικά θα ήταν στη Ρωσική ζώνη επιρροής και θα έφερνε τους Αγγλογάλλους στα νότια της Ρωσίας. Απλώς η Ρωσία ήθελε τους Έλληνες να πολεμήσουν μαζί της κατά των Οθωμανών και να κάνει εκείνη ‘’κουμάντο’’ στα Βαλκάνια.

       Και όταν οι Γάλλοι κατέλαβαν τα Εφτάνησα [1797-9 και 1807-1814] οι άλλοι ισχυροί έσπευσαν να τους εκδιώξουν.

‘’Η Ρωσία κι η Αγγλία- βλέποντας τον [Γάλλο] στη Γραικία [ Εφτάνησα] έτρεξαν να τον εξώσουν- για να μη μ’ ελευθερώσουν

…τους Αγαρηνούς να σώσουν- και εμέ να θανατώσουν…

Ελπίδα από καμιά μεριά-να λυτρωθώ δεν έχω.     [Ρωσοαγγλογάλλος].

       Η Αγγλία στα Ορλωφικά. Ο Ρωσικός ‘’στόλος εφωδιάσθη εις την Αγγλία, παρέλαβεν Άγγλους οδηγούς και αξωματικούς, έκαμεν τον γύρον της Ευρώπης, εισέπλευσεν από το Γιβραλτάρ και ενεφανίσθη εις τα παράλια της Πελοποννήσου’’ [Ιστορία των νέων χρόνων των Α. Λαζάρου και Αθ. Διάφα που διδάχτηκα στη ε΄ γυμνασίου].‘’…Ο Ρωσσικός στόλος… προσήγγισε κατά πρώτον εις τους αγγλικούς λιμένας δια να εξοπλισθούν τα πλοία και δια να παραληφθούν  Άγγλοι αξιωματικοί… Αλλ’ οι Άγγλοι διεσκέδασαν εις την θέαν του πρωτογόνου εκείνου στόλου, εις τα καταστρώ-ματα του οποίου υπήρχαν πυροβόλα παμπάλαια, βαρύτατα τουφέκια με λόγχας και σπάθαι ογκώδεις και άλλα όπλα ενθυμίζοντα τον μεσαίωνα. Εις το Λονδίνον όχι μόνον δεν ανησύχησαν δια την κάθοδον του ρωσσικού στόλου εις την Μεσόγειον, αλλά τουναντίον  εφάνησαν πρόθυμοι δια κάθε ευκολίαν  προς βελτίωσιν του οπλισμού του και παροχήν Άγγλων αξιωματικών’’, Δ. Κόκκινου. ό. π. τ. α, σελ. 57.

       Οι Βενετοί αρνήθηκαν να συμπράξουν με τους Ρώσους γιατί αφενός μεν πίστευαν ότι ο Ρωσικός στόλος ήταν μικρός και δεν θα μπορούσε να κυριαρχήσει στο Αιγαίο αφετέρου δε φοβούνταν ότι αν νικούσαν οι Ρώσοι θα παρέμεναν ως κυρίαρχοι στα μέρη που θα καταλάμβαναν προς ζημία των Βενετών [Χιώτη, Ιστορικά Απομνημονεύματα, τ. 3, σελ. 464].

       Ήταν η πρώτη φορά που Ρωσικός στόλος πέρασε τη Μάγχη και έπλευσε στη Μεσόγειο. Οι Εγγλέζοι που μπορούσαν να τον εμποδίσουν, δεν ενοχλήθηκαν καθόλου, γιατί ήξεραν πως  δεν κινδύνευαν τα συμφέροντά τους. Μάλιστα όταν είδαν από κοντά  τα Ρωσικά πολεμικά το κου-τσομπολιό και ο χλευασμός ‘’πήρε και έδωσε’’ [Σάθα, ό.π.  παρ. 470-72].      

       Όταν ο στόλος πέρασε τη Μάγχη, ο Βολταίρος που αλληλογραφούσε με τη τσαρίνα, και την αποκαλούσε Σεμίραμη του Βορρά της έγραψε, ‘’Το ξεκίνημα του στόλου σας  μου προκαλεί θαυμασμό…είναι το καλλίτερο  έργο που επιχειρήθηκε ύστερα από τους χρόνους του Αννίβα [Γουστ. Εϊχθάλ, ‘’Ο Βολταίρος και το Ελληνικό ζήτημα’’, στη ‘’Κλειώ’’, αρ. 404].

      Οι Τούρκοι βέβαια έμαθαν τη κάθοδο του Ρωσικού στόλου ενωρίς εί-τε από κατάσκοπο είτε από ξένη δύναμη[;] και προετοιμάστηκαν. Άλλωστε το ταξίδι από τη Βαλτική ως το Αιγαίο ήταν μεγάλο και οι Ρώσοι περνούσαν από τα παράλια πολλών χωρών.  Τους είδαν πολλοί…

       Ο στόλος αγκυροβόλησε και στο Καραβοστάσι του Οιτύλου. Και δημιουργείται τω ερώτημα. Αφού οι Άγγλοι [και οι Δυτικοί] δεν ήθελαν τους Ρώσους στο Αιγαίο και τη Μεσόγειο, γιατί τους βοήθησαν να φθάσουν στη Μάνη;  

      Από τις μεταξύ Ρώσων και Άγγλων συζητήσεις, προ της εκστρατείας αλλά και από τη διέλευση των Ρωσικών πλοίων από τη Μάγχη και το Γιβραλτάρ, οι Άγγλοι γνώριζαν και διαπίστωσαν [αφού μπορούσαν να τα μετρήσουν] ότι η Ρωσική δύναμη ήταν πολύ μικρή, ανίκανη να διεκπεραιώσει την αποστολή της και κατά συνέπεια η εξέγερση των Ελλήνων θα αποτύχαινε. Η όλη κίνηση μόνο για αντιπερισπασμό μικρής έκτασης έκανε για τη Ρωσική επίθεση που γινόταν κατά των Οθωμανών στα Ρωσοτουρκικά σύνορα. Επομένως αφού στη Πελοπόννησο η εξέγερση δεν θα αίσιο πέρας, και κατόπιν ο Οθωμανικός πέλεκυς κατά των Ελλήνων θα έπεφτε βαρύς, οι Έλληνες θα έχαναν την εμπιστοσύνη τους στους ομόδοξους Ρώσους και θα στρέφονταν, ως εκ τούτου, στους Άγγλους. Οι συμπάθειες των ραγιάδων προς το  ορθόδοξο ξανθό γένος, που καλλιερ-γούσαν Ρώσοι πράκτορες μέσω καλογέρων και παπάδων, θα έσβηνε. Η Αγγλία ήθελε και αγωνιζόταν οι Έλληνες [και οι Οθωμανοί], μελλοντικά, να είναι στη δική της ζώνη επιρροής.

      Ο Ρώσικος στόλος όμως με Αγγλικά πλοία και πολλούς Έλληνες ναυτικούς θα μπορούσε να προκαλέσει φθορά στον Οθωμανικό και όντως το πέτυχε γιατί τον χτύπησε στο λιμάνι ου Τσεσμέ, απέναντι από τη Χίο, το 1770, και τον κατέστρεψε [ή έστω τον αποδυνάμωσε καθοριστικά]. Επομένως τη κυριαρχία στην Ανατολική Μεσόγειο απέκτησαν οι Άγγλοι [και δευτερευόντως οι Γάλλοι] και ο Οθωμανικός στόλος έπαυσε να απασχο-λεί τους Άγγλους αφού πλέον δεν αποτελούσε αξιόμαχη δύναμη. Δηλαδή οι Άγγλοι πέτυχαν ‘’με ένα  σμπάρο δυο τρυγόνια’’. Απογοήτευση των Ελλήνων στους Ρώσους και φθορά του Οθωμανικού στόλου.                                                                                                                                      

       Μισθοφόροι.  Οι Μανιάτες στρατολογούνταν ως μισθοφόροι από τους Δυτικούς, όπως οι αρχαίοι Έλληνες από τους Πέρσες, για οικονομικούς λόγους [μισθούς και λάφυρα] αλλά και επειδή είχαν πολεμική εκπαίδευση. Λέγεται ότι την ιδέα και τα σχέδια για τους πύργους τα έφεραν οι μισθοφόροι από τη Δύση. Στον οικισμό [ξεμόνι] Σκάλα του Βαχού, η εκκλησία της Παναγίας [Νιάμερης] έχει στραμμένο το ιερό της στη Δύση και όχι την Ανατολή, αν και ορθόδοξη, γιατί, κατά τη παράδοση, την έχτισαν οι εκ των κατοίκων της μισθοφόροι ή χτίστηκε με χρήματά τους προς βοήθειά τους ή λόγω θαυμασμού προς την αρχαία Ρώμη ή κατ’ άλλη εκδοχή επειδή οι Μανιάτες προσέβλεπαν σε βοήθεια του πάπα της Ρώμης για να ελευθερωθούν από τους Οθωμανούς. Και το τοπωνύμιο Σκάλα προέρχεται από τη λατινική λέξη skala λόγω του ανηφορικού, κλι-μακωτού δρόμου [κλίμαξ, -κος] που οδηγεί προς το ξεμόνι.

       Και επειδή μερικοί Μανιάτες είχαν υπηρετήσει σε ξένους στρατούς έφεραν με καμάρι τίτλους που τους είχαν αποδοθεί κατά τη θητεία τους όπως καβαλιερ [-ης, δηλαδή ιππότης, άρχοντας], μαγγιόρ [-ος, δηλαδή ταγματάρχης], ενώ όσοι είχαν διατελέσει καπετάνιοι [διοικητές περιοχής] ή μπέηδες άφηναν στους απογόνους τους, τους τίτλους, καπετανάκης και μπέης [μπεηζαντές]. Στρατολογία [μισθοφόρων] έκαναν με ντόπιους και απεσταλμένους πράκτορές τους η Βενετιά, η Γαλλία, η Αγγλία, άλλες Δυτικές δυνάμεις [Ισπανία, Γένοβα κλπ] και η Ρωσία. Πολλάκις γινόταν από τα Επτάνησα που κατά καιρούς τα κατείχαν οι παραπάνω.

      Οι ξένοι έδιναν στους Μανιάτες όπλα, πολεμοφόδια, τους στρατολογούσαν, εκπαίδευαν, μερικούς τους έκαναν αξιωματικούς και έτσι είχαν στη Μάνη μια δύναμη για αντιπερισπασμό στους πολέμους τους κατά των Οθωμανών ή μισθοφόρους συμπολεμιστές και γενικά μια δύναμη να εκτελέσει τα σχέδια τους.  

      Όμως, παρά τα αντιθέτως θρυλούμενα για αθρόες στρατολογήσεις μισθοφόρων Μανιατών που σχημάτιζαν λεγεώνες, η αλήθεια, νομίζω, είναι ότι οι στρατολογούμενοι σε ξένες δυνάμεις για εκστρατείες ιδία εκτός Μάνης [αλλά και εντός] ήταν λίγοι και θα τολμούσα να σημειώσω ότι οι περισσότερες ήταν αναγκαστικές. Πχ ο Λυμπεράκης Γερακάρης το 1673 που κάλεσε Γάλλους και Μαλτέζους πειρατές για να εκπορθήσει το κ-στρο της Ζαρνάτας τους υποσχέθηκε ότι θα έχει μαζί του 5.000-6.000 Μανιάτες και τελικά είχε 600 [Κ. Μέρτζιου, Λακωνικαί σπουδαί, τ. Α,  σελ. 162 [1972]. Στα Ορλωφικά [1769-70] δεν συμμετείχαν όλοι οι Μανιάτες  αλλά μερικοί και στις 23 Μαρτίου 1821 στη Καλαμάτα, μαζί με τον Πετρόμπεη, εισήλθαν λιγότεροι από 2.000 Μανιάτες [κυρίως Εξωμανιάτες καθόσον οι περισσότεροι Μεσομανιάτες δεν τον ακολούθησαν] ενώ στο κατάλογο Αναγνωσταρά παραμονές του ’21 φερόταν ότι η Μάνη διέθετε περί τους 8.000 πολεμιστές.

       Πειρατεία δεν άσκησαν μόνο οι Μανιάτες που πάντως έγιναν διάση-μοι και απ’ αυτή. Πειρατές ήσαν σχεδόν όλοι οι ναυτικοί. Και οι Κυκλαδίτες και οι Κρητικοί και οι Οθωμανοί και οι Αλγερινοί και οι Γάλλοι και οι Άγγλοι [κυρίως ως κουρσάροι]. Τους Μανιάτες, εκτός από τη φτώχεια και τη παλικαριά, τους έσπρωχναν στη θάλασσα και οι Βενετοί για να δημιουργούν προβλήματα στο εμπόριο των ανταγωνιστών της Βενετιάς. [Ο πειρατής ληστεύει για τον εαυτό του και την ομάδα του, ο κουρσάρος για τη χώρα του. Στους Μανιάτες, που δεν είχαν και κράτος, ταίριαζε η πειρατεία καθόσον ενδιαφέρονταν για το προσωπικό τους συμφέρον [τη λεία]. Δεν ήσαν θαλασσομάχοι [που πάλευαν με τα κύματα για να μετα-φέρουν ανθρώπους ή εμπορεύματα] αλλά ληστές στη θάλασσα [βλ. και σχετικά υποσχετικά [1806 και 1813] που υπέγραψαν οι ίδιοι οι Μανιάτες πρόκριτοι, κατ’ εντολή των Οθωμανών, για τη καταδίωξη των ληστών της θάλασσας].

       Περιηγητές στη Μάνη. Οι περισσότεροι περιηγητές που διήλθαν την Ελλάδα και τη Μάνη, στα χρόνια της Τουρκοκρατίας, ήσαν πράκτορες, κατάσκοποι των Δυνάμεων που είχαν σκοπό να διαπιστώσουν τη πολεμική δύναμη των Μανιατών, πόσους μάχιμους άνδρες διέθετε, τους αρχηγούς, τη δυνατότητα ‘’συνεργασίας’’, προκειμένου τους χρησιμοποιήσουν για αντιπερισπασμό στους πολέμους τους κατά των Οθωμανών. Και γι’ αυτό τους ξεσήκωναν. Οι Μανιάτες ήσαν ‘’πάντα πρόθυμοι’’ να εξεγερθούν [κατά πως γράφει και ο Βαλαωρίτης ‘’η Μάνη η ανυπόταχτη τεντώνει το ρουθούνι- σα το καθάριο άλογο να μυριστεί τ’ αγέρι- που ο ταχυδρόμος του βουνού με τα φτερά του φέρνει’’ ]. Ωστόσο, όπως έχει σημειωθεί, πολλοί απ’ αυτούς τους ξένους μπορεί να ήσαν ιστοριοδίφες, ερευνητές, ρομαντικοί, ιδεολόγοι, αρχαιολάτρες και συνήθως συνδύαζαν ‘’τη δουλειά’’ τους και με άλλες προσοδοφόρες δράσεις όπως της συλλογής και εμπορίας χειρογράφων, αρχαίων αντικειμένων κλπ.

       Γιατί η Μάνη δεν έγινε ναυτική δύναμη; Η Μάνη αν και

       α] είχε σχέσεις με όλους τους ναυτικούς λαούς από την εποχή ακόμη των Φοινίκων που έρχονταν ως το βάθος του Λακωνικού κόλπου για να συλλέγουν οστρακοειδή από τα οποία έβγαζαν τη πορφύρα,

       β] περιβρέχεται από θάλασσα, έχει προνομιακή, στρατηγική θέση στη Μεσόγειο [βλ. και κείμενα στην εισαγωγή του παρόντος έργου] και

      γ] ανέδειξε θρυλικούς πειρατές,

      παρά ταύτα δεν έγινε αξιόλογη ναυτική δύναμη τόσο στο θαλάσσιο εμπόριο όσο και στους κατά θάλασσα πολέμους, όπως άλλες περιοχές, πχ το Γαλξείδι, η Ύδρα, οι Σπέτσες, τα Ψαρά και άλλες. Ένας σοβαρός λό-γος ήταν τα εμπόδια που της έθεταν οι Βενετοί όχι μόνο στα χρόνια της Βενετοκρατίας αλλά και αρκετά πριν. [Με τη πειθώ, τη διπλωματία, τη βία, την επιρροή ή την εξουσία τους]. Όπως έχει σημειωθεί οι Βενετοί είχαν πάρει από τις αρχές του 11ου αιώνα το εμπόριο του Βυζαντίου, ύστερα απαγόρευαν στους Μανιάτες να ασχολούνται με αυτό, δεν τους επέτρεπαν να αναπτύξουν αξιόλογο στόλο αλλά ούτε να μεταναστεύσουν τους άφηναν. Τους ήθελαν να μείνουν στη Μάνη, τους κατηύθυναν στη πειρατεία κυρίως των εμπορικών ανταγωνιστών της Βενετιάς, τους προσλάμβαναν ως πληρώματα των σκαφών τους ή μισθοφόρους ή εργάτες.

[Εμπόρους, πάντως, δεν τους ήθελαν και μάλιστα τους απέτρεπαν].

       Πρέπει να σημειωθεί όμως ότι άλλες ναυτικές περιοχές της χώρας [Ύδρα κλπ] απέκτησαν στόλο κυρίως,

     α] αφού άρχισε η παρακμή της Βενετιάς και ιδίως μετά τη συνθήκη του Κιουτσούκ-Καϊναρτζή [1774] που η Ρωσία ανέλαβε τη προστασία των χριστιανικών πληθυσμών της Οθωμανικής αυτοκρατορίας και τα ελληνικά σκάφη ύψωσαν τη Ρωσική σημαία και

     β] κατά τους Ναπολεόντιους πολέμους που ‘’έσπαγαν’’ τους Αγγλικούς αποκλεισμούς. Δυστυχώς όμως εκείνη την εποχή μερικές Μανιάτικες ισχυρές οικογένειες που απέκτησαν ένα-δύο σκάφη δεν τα χρησιμοποίησαν για την άσκηση θαλάσσιας εμπορίας αλλά για τη πειρατεία ή προστασία των ξένων εμπορικών πλοίων. Η ευκαιρία χάθηκε…

     Οι Μανιάτες ισχυροί ήθελαν να αποκτούν τα αγαθά με τη δύναμη των όπλων, ήταν πειρατές, πολεμιστές, δεν ήταν έμποροι. [Βεβαίως υπήρχαν και άλλοι λόγοι, κατά εποχές, τους οποίους εκθέτω αναλυτικά στην εργασία μου, Αρεόπολη, η αγροτική περιοχή και η θάλασσά της, όπως γδικιωμοί, εμφύλιοι πόλεμοι, επιδρομές των Οθωμανών,  μεταναστεύσεις, μονοπώλιο εμπορίου από καπετάνιους και μπέηδες, αποστροφή στο οικονομικό ρίσκο, τις συναλλαγές, τους συμβιβασμούς και τη διαλλακτικότητα, άγονη γη, έλλειψη τοπικών αγαθών, ξένοι έμποροι, αγροτική, συντηρητική, απομονωμένη κοινωνία με αποστροφή τις νέες ιδέες κλπ].

      Αν γινόταν ναυτική δύναμη η Μάνη,

      α] θα είχε περισσότερες εμπορικές επαφές με τη Δύση αλλά και πολι-τιστικά ερεθίσματα και

     β] θα είχε μεγάλη οικονομική και πολεμική δύναμη και στη θάλασσα και θα συνεισέφερε περισσότερο στον αγώνα του 1821.

     Πάντως μετά τη σύσταση του νεοελληνικού κράτους το μέλημα των Μανιατών ήταν ο διορισμός στο δημόσιο για ένα μισθό και όχι η θάλασ-σα. [Αργότερα μερικοί θα ‘’μπάρκαραν’’ στα εμπορικά καράβια].

     Οι ξένες δυνάμεις στην επανάσταση του ’21. Μετά το 1821 η Μάνη απετέλεσε μέρος του νεοσύστατου Ελληνικού κράτους και ακολούθησε τη πορεία του. Οι ξένοι όμως τι στάση τήρησαν στην επανάσταση;

      [Το θέμα, ουσιαστικά, εξετάστηκε παραπάνω στα κεφάλαια για τις ισχυρές Ευρωπαϊκές Δυνάμεις [Αυστρία, Γαλλία, Ρωσία και Αγγλία].  

      Η επανάσταση των Ελλήνων βρήκε αντίπαλο όχι μόνο την ιερή συμμαχία που με άτεγκτο φρουρό τον διαβόητο Μέττερνιχ αγρυπνούσε για τη τάξη στην Ευρώπη, δηλαδή τη προστασία ‘’της θεόθεν τεταγμένης εξουσίας των βασιλέων, της ελέω θεού μοναρχίας’’, μετά τη παλινόρθωση των βασιλικών οίκων στη Γαλλία και τις κατακτημένες από τον Ναπολέοντα χώρες αλλά και τα αντιτιθέμενα συμφέροντα των ισχυρών. Όμως ο μαρτυρικός αγώνας των Ελλήνων, τελικά, θα ανάγκαζε τους ισχυρούς της Ευρώπης, μέσα στους ανταγωνισμούς τους και για την υπεράσπιση των συμφερόντων τους, που περνούσαν πλέον σε άλλη φάση, να ασχοληθούν και με το Ελληνικό ζήτημα.

      Οι διαβουλεύσεις στα ανακτοβούλια της Ευρώπης, τα συμφέροντα των δυνάμεων, η διπλωματική προσπάθεια του Καποδίστρια, η ναυμαχία του Ναυαρίνου [1827] και η Ρωσική επέλαση ως την Ανδριανούπολη [1829], μαζί, βεβαίως με το αίμα και τους αγώνες των Ελλήνων επέφεραν τη σύσταση του νεοελληνικού κράτους [με τις συνθήκες του Λονδίνου [1930] και της Κωνσταντινούπολης [1832]. Πάντως οι ξένοι ήθελαν μι-κρή την Ελλάδα. Και προβληματίζονταν τόσο για τον αν θα σχηματισθεί ανεξάρτητο κρατίδιο ή φόρου υποτελής επαρχία υπό την επικυριαρχία του Σουλτάνου, όπως επίσης και για τα όρια του κράτους ή της αυτόνομης επαρχίας  Οι Άγγλοι συζητούσαν, αρχικά, μόνο για τη Πελοπόννησο, ένα ακόμη νησί κοντά στα Επτάνησα που κατείχαν από το 1815. Θεωρούσαν ότι θα είχαν ένα ‘’χρήσιμο συνεργάτη’’, στην Ανατολική Μεσόγειο. [Γι’ αυτό και άλλαξαν πολιτική [Κάννιγκ] και έδωσαν δάνεια και βοήθησαν τους ‘’φίλους’’ τους  πλοιοκτήτες των νησιών και τον Μαυ-ροκορδάτο  να υπερισχύσουν των πολιτικών αντιπάλων τους]. Ο Καποδίστριας έδωσε πολιτικές μάχες για να πετύχει διεύρυνση των ορίων του νέου ανεξάρτητου και όχι αυτόνομου κράτους αλλά κυβέρνησε για λίγο.

      Η Ρωσία όπως έχει σημειωθεί, ήθελε τον διαμελισμό της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, έλεγχο των βαλκανικών χωρών και έξοδο στη Μεσόγειο. Αυτό ακριβώς που δεν ήθελαν οι Δυτικοί οι οποίοι και την άκρη της Βαλκανικής στη Μεσόγειο ήθελαν να ελέγχουν για τους θαλάσσιους εμπορικούς δρόμους τους αλλά και συνάμα [ήθελαν] την ακεραιότητα της Τουρκίας για να την χρησιμοποιούν ως φραγμό στην επέκταση της Ρωσίας προς τα κάτω. [Μετά τον α΄ παγκόσμιο  πόλεμο αντιστράφηκαν τα σχέδια, η Σοβιετική Ένωση [Ρωσία] υποστήριξε τον Κεμάλ Ατατούρκ, οι Δυτικοί επιδίωξαν τον διαμελισμό της Τουρκίας και η Ελλάδα ενεπλάκη στη Μικρασιατική εκστρατεία που τελικά με την αλλαγή πολιτικής των Δυτικών [αναπροσανατολισμός συμφερόντων], τα τραγικά σφάλματα των Ελλήνων και τη ταχτική του Κεμάλ, οδήγησαν στη Μικρασιατική καταστροφή. Και έτσι η Τουρκία ξανάγινε στρατηγικός σύμμαχος της Δύσης ως φραγμός στη κάθοδο της Ρωσίας [ΕΣΣΔ] και χωροφύλακας στην βορειοανατολική και νοτιοανατολική γειτονιά της.

     [Πάντως η Ελλάδα ως χώρα που ‘’εισχωρεί’’ στην Ανατολική Μεσόγειο και εφόσον είναι αδύναμη, θα υπάγεται στη ζώνη επιρροής εκείνης της δύναμης που ελέγχει τη θάλασσα της Ανατολικής  Μεσογείου. [Στον εαυτό της κατά τους αρχαίους χρόνους, μετά στους Ρωμαίους, τους Βυ-ζαντινούς, τους Ενετούς, τους Τούρκους, τους Γάλλους, τους Άγγλους και, τελευταία, τους Αμερικανούς].

     Φιλλέληνες. Πολλοί φιλέλληνες εμφανίστηκαν στα χρόνια του ’21. Ήταν άραγε όλοι εραστές της ελευθερίας και δονούνταν από συμπάθεια στους υπόδουλους και από θαυμασμό στους αρχαίους Έλληνες ή μήπως μερικοί [έστω μερικοί] ενεργούσαν για το συμφέρον της χώρας τους;

     Στα νεότερα χρόνια. Και μετά τη σύσταση του νεοελληνικού κράτους η Μάνη δεν θα ‘’διακόψει τις σχέσεις της’’ με τους  ξένους.

     1] Στους χρόνους της αντιβασιλείας του Όθωνα, βαυαρικά στρατεύματα θα εισβάλουν στη Μάνη και θα αποκρουστούν γιατί οι Μανιάτες είχαν εξεγερθεί για τη φορολογία, τον μη διορισμό τους στον στρατό και το δημόσιο, το κόψιμο των πύργων κλπ.

     2] Κατά τους αγώνες των Κρητικών για την αποτίναξη του Οθωμανικού ζυγού [1866-69] Μανιάτες εθελοντές  θα σπεύσουν στη Κρήτη και θα πολεμήσουν μαζί με τους Κρητικούς.

     3] Το ίδιο έγινε και στον Μακεδονικό αγών [1904-8] που πολέμησαν κατά των Βουλγάρων κομιτατζήδων. Ψυχή του αγώνα ήταν ο Δημήτριος Καλαποθάκης, εκδότης της εφημερίδας Εμπρός, ο οποίος καταγόταν από τα Κριαλιάνικα [Ομαλές] της Αρεόπολης.

     4] Στους Βαλκανικούς πολέμους, τη Μικρασιατική εκστρατεία και τον πόλεμο του 1940-41 οι Μανιάτες ήσαν παρόντες.

    5] Κατά τη Γερμανική κατοχή οι Μανιάτες έλαβαν μέρος στην αντίσταση κατά του κατακτητή [βλ. Γιάννη Καρακατσιάνη, Μάνη, η κατοχή, η αντίσταση, ο εμφύλιος].

   6] Τις τελευταίες δεκαετίες [περίπου από το 1980 και μετά] η Μάνη δέχεται ειρηνική εισβολή μυριάδων τουριστών από όλες τις ανεπτυγμένες χώρες και κυρίως από την Ευρώπη και την Αμερική ενώ από το 1992 και μετά, στη Μάνη βρήκαν δουλειά πολλοί οικονομικοί μετανάστες από την Ανατολική Ευρώπη, αρχικά, και αργότερα από την Ασία και την Αφρική.